top of page
MAIN_PIC_PLAIN-20_brown_edited.jpg

Πρόγραμμα & Περιλήψεις

Συνεδρία 1:

Ένδυμα & Έρευνα - Μουσείο - Θέατρο: Προσεγγίσεις

Δρ. Έλια Πετρίδου, Επίκουρη Καθηγήτρια Κοινωνικής

eliapetridou[at]yahoo[dot]co[dot]uk

Ανθρωπολογία της ένδυσης και επιτόπια έρευνα. Ζητήματα θεωρίας και μεθοδολογίας

Αν και η ενασχόληση της επιστήμης της ανθρωπολογίας με την ένδυση είναι ένα σχετικά πρόσφατο φαινόμενο - καθυστέρηση που οφειλόταν, μεταξύ άλλων, σε αγκυλώσεις ως προς το κατά πόσο η ένδυση αποτελεί «σοβαρό» πεδίο για ακαδημαϊκή έρευνα - οι τελευταίες δεκαετίες έχουν να επιδείξουν σημαντικές έρευνες, που άνοιξαν νέους ορίζοντες στην κατανόηση των ανθρώπινων κοινωνιών. Στο πλαίσιο αυτό, θα γίνει παρουσίαση των κυριότερων θεωρητικών προσεγγίσεων που έχουν υιοθετήσει οι ανθρωπολόγοι για τη μελέτη του ενδύματος και της ένδυσης, και των ερωτημάτων που θέτουν κάθε φορά για να κατανοήσουν τη σχέση της ένδυσης με τον πολιτισμό. Επιπρόσθετα, θα γίνει αναφορά στο κύριο μεθοδολογικό εργαλείο της κοινωνικής ανθρωπολογίας, την επιτόπια έρευνα, και θα συζητηθεί το περιεχόμενο και οι πολιτικές εφαρμογής της, οι διαφορές της από άλλες έρευνες πεδίου, καθώς και οι προκλήσεις μιας «επιτόπιας» έρευνας σε συνθήκες διεθνικότητας και ρευστότητας.

Συνεδρία 1
Ανθρωπολογία

Ξένια Πολίτου, Επιμελήτρια Συλλογής Νεοελληνικού Πολιτισμού, Μουσείο Μπενάκη

politou[at]benaki[dot]org

Από την αλήθεια του επιμελητή στην αλήθεια των αντικειμένων. Λίγες σκέψεις για τα ενδυματολογικά σύνολα των μουσειακών συλλογών και εκθέσεων

Οι τοπικές φορεσιές αποτελούν αναπόσπαστο στοιχείο κάθε εθνογραφικής συλλογής. Οι έρευνες που δημοσιεύτηκαν τον 20ό αιώνα συνέβαλαν στην πληρέστερη γνώση της σύνθεσής τους  και η ανάπτυξη της μουσειογραφίας και της συντήρησης βελτίωσε τους τρόπους έκθεσής τους. Η εξέλιξη της μουσειολογίας συνέβαλε ακόμα στην ένταξή τους σε πιο ενδιαφέρουσες μουσειακές αφηγήσεις απ’ ό,τι στο παρελθόν. Όμως, από τις πρώτες παρουσιάσεις τους στις αρχές του 20ού αιώνα έως σήμερα ο τρόπος προσέγγισής τους από τους επιμελητές δεν εξελίχθηκε ιδιαίτερα: Η σύνθεση των ενδυμασιών αυτών, αν δεν αποτελούν σύνολα συγκροτημένα από τον προκάτοχό τους, εξακολουθούν να είναι δημιούργημα ενός περισσότερο ή λιγότερο μελετημένου επιμελητή.

Το ζήτημα της σύνθεσης των ελληνικών ενδυμασιών επιχειρεί να διερευνήσει η παρούσα εισήγηση: Σε τι βαθμό οι φορεσιές των μουσείων αποτελούν σύνολα τα οποία δημιουργήθηκαν από τους χρήστες τους; Μήπως αποτελούν συνθέσεις ενός επιμελητή, ο οποίος συνδυάζει, με γνώση και μελέτη των πηγών, ενδύματα της συλλογής, με στόχο την πληρέστερη και πλουσιότερη, πάντα, εκδοχή της τοπικής ενδυμασίας που επιχειρεί να εκθέσει; Πόσο κοντά στη βιωμένη ιστορία των αντικειμένων είναι η «σκηνοθετημένη» παρουσίαση των ενδυμασιών από τους επιμελητές;

Με αφετηρία τις πραγματικές και τις «κανονιστικές» συνθέσεις των ενδυμασιών των ελληνικών μουσείων, με έμφαση στη συλλογή του Μουσείου Μπενάκη, η εισήγηση επιχειρεί να φωτίσει τις διαφορετικές προσεγγίσεις του θέματος, που στην ουσία αποτελούν διαφορετικές μουσειακές αφηγήσεις με όχημα το ένδυμα.

Από την αλήθεια

Σοφία Παντουβάκη, Καθηγήτρια Ενδυματολογίας, Πανεπιστήμιο Aalto, Φινλανδία

sofsceno[at]gmail[dot]com

Η θεατρική ενδυματολογία ως πεδίο και εργαλείο έρευνας

Η ανακοίνωση θα εστιάσει στο επιστημονικό-ερευνητικό πεδίο της θεατρικής ενδυματολογίας, με σκοπό να αναδείξει τις πολλαπλές διαστάσεις του θεατρικού κοστουμιού ως ερευνητικού εργαλείου, μέσα από τις τελευταίες εξελίξεις στην έρευνα στο πεδίο αυτό διεθνώς. Με αφετηρία τις «παραδοσιακές» μεθόδους για την ενδυματολογική έρευνα (αρχειακή έρευνα, μελέτη από τη σκοπιά του υλικού πολιτισμού, ανάλυση εικαστικών τεκμηρίων, ανάλυση προφορικής ιστορίας και συνδυασμός αυτών), η ανακοίνωση θα εστιάσει κυρίως στις σύγχρονες μεθόδους ενδυματολογικής έρευνας, μέσω του ίδιου του κοστουμιού ως «μεθοδολογικού εργαλείου». Θα αναπτυχθούν οι δυνατότητες του θεατρικού κοστουμιού ως μέσου καλλιτεχνικής έρευνας (artistic research) και συγκεκριμένα ως μέσου διεξαγωγής έρευνας με βάση την πρακτική (practice-based) ή οδηγούμενης από την πρακτική (practice-led). Αυτό που διαφέρει μεταξύ αυτών και άλλων τρόπων διεξαγωγής έρευνας στην ενδυματολογία είναι ότι, σε αυτούς τους προσανατολισμούς η πρακτική δεν αποτελεί το αντικείμενο, ούτε το αποτέλεσμα της μελέτης, αλλά τη διαδικασία που διευκολύνει, υλοποιεί και ολοκληρώνει την έρευνα.

Η ανακοίνωση θα αναδείξει νέες προσεγγίσεις στην ενδυματολογική πρακτική ως πλατφόρμα έρευνας, τη σχέση της ενδυματολογίας με «νέα» υλικά, τη σχέση κοστουμιού και σώματος, καθώς και τη δυναμική του θεατρικού κοστουμιού ως αφετηρίας για τη δημιουργία νέων παραστάσεων. Κλείνοντας, θα παρουσιαστεί το διεθνές πλαίσιο σύγχρονης ενδυματολογικής έρευνας (εκδόσεις, εκθέσεις, δίκτυα).

Η θεατρική ενδυματολογία

Συνεδρία 2:

Μεθοδολογίες έρευνας και βιογραφίες ενδυμάτων

Κωνσταντίνα Μπάδα, Ομότιμη Καθηγήτρια, Κοινωνική Λαογραφία, Τμήμα Ιστορίας Αρχαιολογίας, Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων

konbada[at]gmail[dot]com

Ανιχνεύοντας ιστορίες, βιογραφίες, σχέσεις ενδυμάτων και κοινωνικών προσώπων: Μια πολύτιμη φορεσιά ως γεγονός, ως παράδοση και μνήμη γυναικών

Προσεγγίζοντας τη μορφολογική και τεχνική εικόνα μιας ενδυμασίας του 19ου αιώνα, που αποτελεί σήμερα κειμήλιο και δυναμικό πεδίο της μνήμης γυναικών μιας παλιάς οικογένειας του Μεσολογγίου, συνδεδεμένης με τον αγώνα του για την ανεξαρτησία, και αξιοποιώντας τα εργαλεία της ιστορικο-ανθρωπολογικής και λαογραφικής προσέγγισης του υλικού πολιτισμού, της αρχειακής εθνογραφίας και της προφορικής ιστορίας, επιδιώκεται η ανάδειξη καταρχάς της ιστορίας και της βιογραφίας της ίδιας της ενδυμασίας. Η τελευταία φέρει τα βασικά μορφολογικά  στοιχεία της γιαννιώτικης φορεσιάς. Είναι κατασκευασμένη ωστόσο, σε βασικά τμήματά της, με ύφασμα και κεντητικό διάκοσμο που παραπέμπει στον 18ο αιώνα και σε εργαστήρια κατασκευής πολυτελών υφασμάτων – ενδεχόμενα της Κωνσταντινούπολης. Η πολύτιμη φορεσιά αποτελεί, στη μνήμη των γυναικών και της ευρύτερης οικογένειας, το γαμήλιο δώρο του Αλή Πασά των  Ιωαννίνων στην εγγονή του προύχοντα και κατοπινού ήρωα Χρήστου Καψάλη. Αυτή η μνήμη και  παράδοση  επαυξάνει το συμβολικό κεφάλαιο της φορεσιάς και συνιστά για πολλές γενιές  δυναμικό πεδίο δράσης στη διαδικασία συγκρότησης της ταυτότητας των γυναικών της οικογένειας.

Συνεδρία 2
Ανιχνεύοντας ιστορίες

Δρ. Ευαγγελία Άντζακα, Λαογράφος, Αρχαιολόγος

eantzaka340[at]gmail[dot]com

Τα σεγκούνια του Πωγωνίου σε συλλογές και ως οικογενειακά κειμήλια. Από την τυπολογία στη βιογραφία των ενδυμάτων

Η ενδυμασία του Πωγωνίου (Ήπειρος, Νομός Ιωαννίνων) εμφανίζεται ως μέρος της  ενδυματολογικής «εθνικής πινακοθήκης» από την εποχή του Μεσοπολέμου, συμπεριλαμβάνεται στο εμβληματικό έργο των Χατζημιχάλη / Sperling, ενώ έγινε και αντικείμενο ιδιαίτερης επιτόπιας έρευνας το 1989, από ομάδα ερευνητών από το Πελοποννησιακό Λαογραφικό Ίδρυμα, το Μουσείο Ελληνικής Λαϊκής Τέχνης, το Υπουργείο Πολιτισμού καθώς και (άτυπα) το Λύκειο των Ελληνίδων. Έτσι, υπάρχουν πλέον αρκετά στοιχεία ως προς την τυπολογία της γυναικείας κυρίως ενδυμασίας, αλλά και πληροφορίες για τη χρήση των ενδυμάτων στο δεύτερο μισό του 20ού αιώνα και μέχρι τις μέρες μας.

Με την παρούσα εργασία θα εξεταστούν διεξοδικότερα οι τύχες ενδυμάτων που βρίσκονται σήμερα σε συλλογές μουσείων και συλλόγων, εθνοτοπικών και άλλων, καθώς και στην ιδιοκτησία ιδιωτών, προκειμένου να καθοριστούν τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της βιογραφίας τους. Ως κεντρικό ερώτημα αναφύεται η ανάδειξη της γυναικείας πωγωνίσιας ενδυμασίας ως στερεότυπου συνόλου και οι συνέπειες που αυτή η ανάδειξη έχει για τα επιμέρους ενδύματα και εξαρτήματα.

Τα σεγκούνια

Δρ. Γιώργος Ναθαναήλ, Λαογράφος, Ερευνητής

george[at]nathanail[dot]biz

Από την τοπική στη διεθνή ταυτότητα: Το παράδειγμα του χαβανέζικου πουκάμισου (Αloha shirt)

Στην παρούσα ανακοίνωση θα μελετηθεί η κοινωνική διάσταση του συγκεκριμένου ενδύματος και ο τρόπος λειτουργίας του· πώς από την τοπική κοινότητα της Χαβάης καθιερώθηκε να έχει διεθνή χρήση, να λειτουργεί ως ένα πολυεθνικό σύμβολο μέσα από τα σχέδιά του και να καταδειχθεί ως σήμα κατατεθέν ενός casual τρόπου ζωής.  Θα παρουσιαστεί η ιστορία, ο τρόπος, τα υλικά κατασκευής του και το design του, όπου, μεταξύ άλλων, θα δοθεί έμφαση στα διακοσμητικά μοτίβα του. Επίσης θα γίνει αναφορά στις «Made in Hawaii» εταιρείες κατασκευής του, αλλά και στους μεγάλους οίκους μόδας και τις εταιρείες ετοίμων ενδυμάτων που προωθούν τον συγκεκριμένο τύπο πουκάμισου, καθώς και την υιοθέτησή του από διεθνείς προσωπικότητες, όπως τους Harry Truman, Barack Obama, Elvis Presley, Al Pacino, Robert De Niro κ.ά. Επίσης, θα μελετηθεί η ευρύτερη περίσταση χρήσης του και θα δοθεί ιδιαίτερη έμφαση στο τοπικό έθιμο της Χαβάης Aloha Friday, όπου οι εργαζόμενοι, την Παρασκευή, στο τέλος της εργάσιμης εβδομάδας, μπορούσαν να φέρουν μια casual αμφίεση, συνδυάζοντάς την με Aloha Shirts και πως στη συνέχεια το έθιμο διαδόθηκε στις Δυτικές Πολιτείες των ΗΠΑ και αργότερα σε ολόκληρη την Αμερική, αλλά και παγκοσμίως, μέσα από την υιοθέτηση του Casual Dress Code τις Παρασκευές στον εργασιακό τομέα.

Από την τοπική

Βασιλική Κράββα, Αναπληρώτρια Καθηγήτρια Κοινωνικής Ανθρωπολογίας και Ανθρωπολογίας της Κατανάλωσης, Τμήμα Ιστορίας και Εθνολογίας, Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης

valiakravva[at]gmail[dot]com

Ρούχα που πλένονται, ρούχα που δωρίζονται: Σχέσεις αντίστασης, φροντίδας και εγγύτητας σε ένα υπνωτήριο αστέγων

Η ανακοίνωση αφορά τον κόσμο της αστεγίας. Πρόκειται για μια προβληματοποίηση της χρήσης και του ρόλου των ρούχων στη ζωή και τις δράσεις αστέγων. Η εθνογραφική έρευνα που διεξήγαγα από τις αρχές Μαρτίου 2018 στο υπνωτήριο αστέγων του Δήμου Θεσσαλονίκης κράτησε περίπου δέκα μήνες και οδήγησε στη συγκέντρωση ενός εκτεταμένου υλικού, που αποτελείται τόσο από εθνογραφικές ημερολογιακές καταγραφές, όσο και από συνεντεύξεις με διαμένοντας στο υπνωτήριο αλλά και εργαζόμενους στη δομή αυτή. Η εν λόγω ανακοίνωση εκκινεί από τους προβληματισμούς στον χώρο της κοινωνικής ανθρωπολογίας (Sahlins, 2003 [1976], Πετρίδου 2012, κ.ά.) σχετικά με το ένδυμα αλλά και την ένδυση ως κώδικες που εκπέμπουν μηνύματα ένταξης ή αποκλεισμού και αποτελούν αιτήματα συμπερίληψης ή μικρο-πολιτικές της καθημερινής ζωής, δηλαδή πολιτικές συμμόρφωσης, αντίδρασης ή και αντίστασης. Η Mary Douglas στο Καθαρότητα και Κίνδυνος έχει αναλύσει εις βάθος τις έννοιες του πολιτισμού και των πολιτισμικών πρακτικών ως κωδίκων που εμπεριέχουν όρια και κινδύνους, καθώς και τις έννοιες του καθαρού και του βρώμικου, του οικείου και του ξένου. Η εν λόγω ανακοίνωση αφορά κυρίως τον «χορό των πλυντηρίων ρούχων», έναν χορό υπευθυνότητας, κοινωνικότητας και κοινωνικοποίησης. Αφού τελειώσουν το μπάνιο, τα της ατομικής υγιεινής και το δείπνο, οι άστεγοι, με βάση ένα πρόγραμμα που είναι αναρτημένο πάνω στο ψυγείο της τραπεζαρίας, θα πρέπει εκ περιτροπής να πλύνουν τα ρούχα που έχουν μαζί τους και συνήθως τα κουβαλούν στον δρόμο σε σακούλες. Το πλύσιμο των ρούχων και τα καθαρά ρούχα τελικά θα μπορούσαν να λειτουργήσουν μετωνυμικά ως τρόποι να αντιδράσουν στην αστεγία, να αποτινάξουν τη «μιαρότητα», να θυμηθούν κάτι από τη χαμένη τους κοινωνική ζωή και να πιάσουν το φθαρμένο νήμα της κοινωνικοποίησης. 

Ρούχα που πλένονται

Συνεδρία 3

Μεταβάσεις στη χρήση, τον χώρο και τον χρόνο

Δρ. Αγγελική Κομποχόλη, Φιλόλογος, Λαογράφος, Διδάσκουσα στο Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο Επικοινωνίας

akompoh[at]yahoo[dot]gr

Η «εισβολή» του αστικού ενδύματος στον αγροτικό χώρο. Η ετερότητα και η «κοινωνία του Άλλου». Πέντε εθνογραφικές αφηγήσεις από τη Μεσσηνία

Το ένδυμα, ως αντικατοπτρισμός της συλλογικής ταυτότητας μιας κοινωνικής ομάδας, συνιστά στοιχείο ομοιογένειας και την προσδιορίζει. Η εξατομικευμένη ενδυματολογική επιλογή συνηθέστερα διασπά τη συνοχή, επηρεάζει την κοινωνική ομοφωνία και θεωρείται δείκτης κοινωνικής απόκλισης και ετερότητας. Αν ο πολιτισμός καθορίζει το ενιαίο πλαίσιο μέσα στο οποίο οι άνθρωποι επικοινωνούν και αλληλεπιδρούν, η  ενδυμασία γίνεται η υλική απήχησή του, το μέτρο με το οποίο η κοινωνική ταυτότητα αποτυπώνεται στο ανθρώπινο σώμα, σε συμφωνία με το ευρύτερο κοινωνικό σύνολο ή σε διαφοροποίηση από αυτό. Στην παρούσα ανακοίνωση θα εξετάσουμε το αστικό (δυτικό ευρωπαϊκό) ένδυμα, όπως αυτό υπεισέρχεται και επηρεάζει τους ενδυματολογικούς κώδικες  μιας μικρής αγροτικής κοινότητας στη Μεσσηνία την περίοδο του Μεσοπολέμου και συνακόλουθα τις κοινωνικές στάσεις και σχέσεις των μελών της. Η μελέτη βασίζεται κυρίως στην επιτόπια λαογραφική έρευνα, με ιδιαίτερη έμφαση στην καταγραφή αυτοβιογραφικών αφηγήσεων.

 
Συνεδρία 3
Η «εισβολή»

Γιάννα Κατσουγκράκη, Αρχαιολόγος, Υπ. διδάκτωρ Ιστορίας και Εθνολογίας ΔΠΘ

gkatsoug[at]gmail[dot]com

Ο «αλατζάς» στην περιοχή της Λακωνίας ως το υλικό στοιχείο της μετάβασης από την αγροτική ενδυματολογία στη δυτική μόδα (τέλη 19ου - αρχές 21ου αι.)

Ο «αλατζάς», ύφασμα από βαμβάκι, κάποτε με την προσθήκη μαλλιού ή μεταξιού, κατέχει ξεχωριστή θέση ανάμεσα στα παραδοσιακά υφαντά και απαντάται σε όλα τα Βαλκάνια, στην Ελλάδα και στην Κύπρο. Η Linda M. Welters έχει μελετήσει την παρουσία και χρήση του «αλατζά» στη νοτιοανατολική Πελοπόννησο και έχει καταλήξει σε μια σειρά από σημαντικά συμπεράσματα, που αφορούν τη συγκεκριμένη περιοχή. Η παρούσα ανακοίνωση έχει ως στόχο να καλύψει ερευνητικά την ευρύτερη περιοχή της Λακωνίας και, με βάση τα πρώτα αποτελέσματα της διενεργηθείσας δίχρονης επιτόπιας έρευνας, να αναδείξει αφενός μεν την παραγωγή και τη χρήση του «αλατζά» από τα τέλη του 19ου αι. έως και τη δεκαετία του 1950, και αφετέρου τον ρόλο του (τοπικά) στη μετάβαση από τη χωρική έκφραση της δυτικότροπης μόδας στην απόλυτη κυριαρχία της δυτικής. Επιπλέον, με πολύτιμο οδηγό τις αφηγήσεις ζωής, θα παρουσιαστεί η κοινωνική ζωή του συγκεκριμένου υφάσματος μέσα από τις πολλαπλές του χρήσεις και επαναχρήσεις στην ευρύτερη περιοχή, σε απόλυτη σύνδεση κάθε φορά με το ευρύτερο ιστορικό, οικονομικό, κοινωνικό και πολιτισμικό πλαίσιο.

 
Ο «αλατζάς»

Ελένη Παπαθωμά, Ιστορικός-Λαογράφος, Επιμελήτρια Μουσείου Νεότερου Ελληνικού Πολιτισμού

papathoma[at]gmail[dot]com

Οδός Πανδρόσου: Από τα αμπατζήδικα και τα τσαρουχάδικα στα αρχαιοπωλεία

Το 1875 στην Αθήνα καταγράφονται δεκαπέντε «έμποροι υφασμάτων και χωρικών ενδυμάτων», οι οποίοι «κατασκευάζουσι και τα χωρικά ενδύματα» (Μ. Μπούκας, 1875), όλοι στην οδό Πανδρόσου. Το 1896, «εκεί είναι τα Τσαρουχάδικα, ο στενός μικρός δρομίσκος, με τα μαγαζάκια ένθεν και ένθεν, όπου μυρίζει τελατίνι, και βλέπει τις λευκάς ποδιάς και μπόλιες» (Α. Παπαδιαμάντης, 1896). Τριάντα χρόνια μετά, το 1926, «όλος ο μικρός δρομάκος είναι γεμάτος αρχαιοπωλεία. Μοιάζουν περισσότερον με μουσεία παρά με οίκους εμπορίου», αφού εκεί βρίσκει κανείς «την Τανάγρα με τα μαύρα της κεντήματα, την Αττική με τα πεσκούλια της, τη Στυμφαλία και την Αράχοβα με τις κεντημένες τραχηλιές των, την Αταλάντη με τα κεντητά πουκάμισα, την Κούλουρη με τις μεταξωτές της μπόλιες, τη Θεσσαλία με τα κόκκινα καλπάκια της» (Θ. Ποταμιάνος, 1926).

Από τον 19ο έως τα μέσα του 20ού αιώνα ο παλιός τρόπος ένδυσης εγκαταλείπεται, καθώς η ευρωπαϊκή μόδα επικρατεί. Τα «παραδοσιακά» ενδύματα γίνονται συλλεκτικά αντικείμενα. Στην οδό Πανδρόσου αποτυπώνεται με μοναδικό τρόπο αυτή η μετάβαση, αφού τα εργαστήρια-καταστήματα που φτιάχνουν και πουλούν αμπάδες, φουστανέλες και τσαρούχια δίνουν τη θέση τους στα παλαιοπωλεία που αγοράζουν και πουλούν κεντητά πουκάμισα και τραχηλιές. Κι όπως σε όλες τις μεταβατικές διαδικασίες, ξεχωριστό ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι περιπτώσεις που για ένα διάστημα συγκεράζουν και τις δύο δραστηριότητες.

Αξιοποιώντας αρχειακές πηγές, προφορικές μαρτυρίες και βιβλιογραφικές αναφορές, η προτεινόμενη ανακοίνωση θα επιχειρήσει να αναδείξει την εξέλιξη του εμπορικού χαρακτήρα της οδού Πανδρόσου και τη σημασία της για την ιστορία του ενδύματος στον ελληνικό χώρο.

Οδός Πανδρόσου
Ανακυκλώνοντας τη μνήμη

Βενετία Κουτσού, Λέκτορας Εφαρμογών, Τμήμα Δημιουργικού Σχεδιασμού & Ένδυσης, Διεθνές Πανεπιστήμιο της Ελλάδας

venetiakoutsou[at]gmail[dot]com

Ελευθερία Στόικου, Επίκουρη Καθηγήτρια, Τμήμα Δημιουργικού Σχεδιασμού & Ένδυσης, Διεθνές Πανεπιστήμιο της Ελλάδας

Ανακυκλώνοντας τη μνήμη

Ακολουθώντας τη θεωρία του Ίβαν Ίλλιτς σε σχέση με τα σύγχρονα βιομηχανικά εμπορεύματα, την αξία χρήσης τους και το πώς αυτή αντικατέστησε την παραδοσιακή κουλτούρα στην κάλυψη των βασικών αναγκών του ανθρώπου, οδηγούμαστε στη «σύγχρονη φτώχεια» (Ίλλιτς, 1999). Αυτή νοείται ως η αδυναμία του σύγχρονου ανθρώπου και των κοινωνιών του να ικανοποιήσουν βασικές τους ανάγκες με άλλους τρόπους πλην της κατανάλωσης. Μια σύγχρονη πρόταση, σύμφωνα με τη θεωρία της Αποανάπτυξης, θα μπορούσε να αποτελέσει η δημιουργία αξιών χρήσης για τα προϊόντα που καλύπτουν τις ανάγκες του ανθρώπου, μέσα από μία προσωπική σχέση με τα αντικείμενα, το ένδυμά του στην προκειμένη περίπτωση. Το ένδυμα, ως υλικός βίος, ανακαλεί μνήμες και παραδοσιακές πρακτικές και γίνεται πεδίο αναφοράς και έμπνευσης στη διαδικασία του σχεδιασμού.

Στην παρούσα ανακοίνωση θα αναδείξουμε τις δυνατότητες επαναπροσδιορισμού του ενδύματος στη λογική της ευημερίας της αποανάπτυξης. Θα προσπαθήσουμε να περιγράψουμε την έννοια της ευημερίας, σε συνάρτηση με το φαντασιακό της μόδας και τις αξίες χρήσης του ενδύματος έξω από αυτή. Θα παρουσιάσουμε διαδικασίες δημιουργίας υφάσματος και ενδυμάτων, με αφετηρία το προσωπικό βίωμα και το αποτύπωμά της «μνήμης» σε σύγχρονα ενδύματα, μέσα από εργασίες τελειοφοίτων του Τμήματος Δημιουργικού Σχεδιασμού και Ένδυσης του ΔΙΠΑΕ.

 
Συνεδρία 4
1960-1970: Μια δεκαετία συνεργειών για την προώθηση της ελληνικής μόδας

Συνεδρία 4

Μόδα και χειροτεχνία

Αφροδίτη Ζευγώλη, Μουσειολόγος-Αρχειονόμος, Υπ. διδάκτωρ Μουσειολογίας ΕΚΠΑ

afroditi.zevgoli[at]gmail[dot]com

Δρ. Αικατερίνη Βλαχάκη, Μουσειολόγος, Αρχιτέκτονας, Διεύθυνση Νεότερης Πολιτιστικής Κληρονομιάς, Υπουργείο Πολιτισμού

vlachaki.aikaterini[at]gmail[dot]com

1960-1970: Μια δεκαετία συνεργειών για την προώθηση της ελληνικής μόδας

Το διάστημα 1960-1970, για δεύτερη φορά μετά το Μεσοπόλεμο, το ζήτημα μόδα με ελληνική ταυτότητα γίνεται υπόθεση κρατικού ενδιαφέροντος, στο πλαίσιο μιας ευρύτερης πολιτικής πολιτιστικής εξωστρέφειας. Συγχρόνως, μη κρατικοί φορείς σχετικοί με το ένδυμα δραστηριοποιούνται ενεργά για την προώθηση της ελληνικής μόδας. Οι πρωτοβουλίες των φορέων αυτών εξασφαλίζουν την κρατική αρωγή, με αποτέλεσμα τη διοργάνωση εγχώριων δράσεων και συμμετοχών σε διεθνείς εκδηλώσεις. Η ανακοίνωση θα εξετάσει το πώς αποκρυσταλλώνονται οι συνέργειες αυτές μέσα από αδημοσίευτο αρχειακό υλικό της Διεύθυνσης Συνεδρίων-Εκθέσεων-Εκδόσεων της Γενικής Διεύθυνσης Τύπου. Συγκεκριμένα, η ανακοίνωση θα βασιστεί στην ανάλυση της αλληλογραφίας που αφορά τρεις διοργανώσεις: α. τη συμμετοχή της Ελλάδας στην Ολυμπιάδα Μόδας και Ανθέων (1963, Αμβούργο), β. τη διοργάνωση του 3ου Φεστιβάλ Ελληνικής Μόδας (1967) και γ. την οργάνωση του Διεθνούς Φεστιβάλ Μόδας (1970). Μέσα από την ανάλυση του υλικού θα αποτυπωθεί το κλίμα μιας εποχής που επιδίωξε να επικοινωνήσει τη σύγχρονη ελληνική παραγωγή, αλλά και την παραδοσιακή κληρονομιά, και συνέβαλε ενεργά στη διαμόρφωση της ταυτότητας της ελληνικής μόδας.

Το ελληνικό ταγάρι: Κατασκευή και χρήση

Αγγελική Ρουμελιώτη, Επιμελήτρια Συλλογών του Ιδρύματος Βασίλη Παπαντωνίου

angelarou[at]yahoo[dot]com

Το ελληνικό ταγάρι: Κατασκευή και χρήση

Το ταγάρι είναι σακούλι, υφαντό στον αργαλειό, που κρέμεται από τον ώμο με κορδόνια. Χρησιμοποιείτο από τους αγροτο-κτηνοτροφικούς πληθυσμούς, από άνδρες και γυναίκες, για τη µεταφορά αγαθών και υλικών, δίνοντας στα χέρια τη δυνατότητα να κινούνται ελεύθερα και να μην κουράζονται από το βάρος που κουβαλούσαν.

Η σημασία του στην καθημερινότητα της οικογένειας αλλά και το μέγεθός του υποχρέωναν τις υφάντρες να δίνουν μεγάλη σημασία στην κατασκευή του και την οργάνωση της επιφάνειάς του. Η φαντασία, η υπομονή, το μεράκι, η αδιάκοπη προσπάθεια για το καλύτερο, η παράδοση, σε συνδυασμό με την πείρα, καθώς και η αγάπη για την τέχνη της υφαντικής, σε εποχές που δεν υπήρχε η τεχνική κατάρτιση ούτε τα ανάλογα υλικά, ήταν οι παράγοντες που συνέβαλαν στο επιθυμητό  αποτέλεσμα, με έργα που προκαλούσαν τον θαυμασμό και την έκπληξη. 

Οι Δελφικές Γιορτές, οι κινήσεις για τη νεοτερικότητα μέσω της παράδοσης τη δεκαετία του 1930 και η άνθηση του τουρισμού έκαναν το ελληνικό ταγάρι γνωστό και πέρασε ως αξεσουάρ στο σύγχρονο γυναικείο ντύσιμο. Το υιοθέτησαν οι λάτρεις της ψυχεδελικής μουσικής στην Αγγλία και έγινε μόδα, χάρις στη χρήση του από τους Beatles στα ταξίδια τους στην Ελλάδα το 1966 και το 1967. Κατά τη διάρκεια της δικτατορίας, αγαπήθηκε και φορέθηκε ως ένα είδος ​​​​​​​​«επαναστατικού» αξεσουάρ από τις «κουλτουριάρες». Στη σημερινή εποχή συνδέεται με το στυλ Grecian Chic και συνεχίζει να εμπνέει διεθνώς τους διάσημους σχεδιαστές.

 
Διατήρηση των χειροτεχνικών

Μαρία Αναξαγόρα, Ανώτερη Λειτουργός Οικοτεχνίας / Χειροτεχνίας, Υπηρεσία Κυπριακής Χειροτεχνίας, Υφυπουργείο Πολιτισμού Κύπρου

manaxagora[at]culture[dot]gov[dot]cy

Διατήρηση των χειροτεχνικών πρακτικών συνυφασμένων με το ένδυμα στην Κύπρο: Ο ρόλος της θεσμικής υποστήριξης και σύγχρονες προοπτικές

Η Κύπρος φέρει παράδοση εκατοντάδων χρόνων σε χειροτεχνικούς τομείς άμεσα συνυφασμένους με την ένδυση (κεντητική, υφαντική, κόσμημα). Κατά τη διάρκεια του 19ου και 20ού αιώνα η παραγωγή κεντημάτων, υφαντών και κοσμήματος  είχε αναπτυχθεί σε τέτοιο βαθμό που το εμπόριο τους αποτελούσε την κινητήριο οικονομική δύναμη σε πολλές κοινότητες του νησιού. 

Σήμερα, η ζήτηση για αυτά τα προϊόντα έχει μειωθεί στο ελάχιστο. Με την παράλληλη έλλειψη ενδιαφέροντος από νέους δημιουργούς για τον τομέα της χειροτεχνίας και τη γήρανση των έμπειρων αριστοτεχνών στο νησί, ελλοχεύει ο κίνδυνος εξαφάνισης των χειροτεχνικών παραδόσεων που υπάρχουν εδώ και εκατοντάδες χρόνια.

Η παρουσίαση εστιάζει στο ρόλο της θεσμικής υποστήριξης του τομέα μέσα από την εμπειρία της Υπηρεσίας Κυπριακής Χειροτεχνίας (ΥΚΧ). Η υποστήριξη εστιάζει στη διατήρηση, καταγραφή και μετάδοση παραδοσιακών τεχνικών υφαντικής, κεντητικής και αργυροχρυσοχοΐας, στη γεφύρωση του χάσματος μεταξύ παραδοσιακής χειροτεχνίας και σύγχρονων καλλιτεχνικών πρακτικών και τεχνολογίας και εν τέλει στην ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της εγχώριας παραγωγής και επιχειρηματικής υποστήριξης και προβολής νέων τοπικών χειροτεχνικών επιχειρήσεων.

Κλείνοντας, θα παρουσιαστούν τρεις ταινίες μικρούς μήκους που δημιουργήθηκαν από τον Filep Motwary σε συνεργασία με την ΥΚΧ στο πλαίσιο της πρωτοβουλίας Crafting Cyprus. Οι ταινίες παρουσιάζουν την κυπριακή χειροτεχνία από μια σύγχρονη οπτική, μέσα από τις προσωπικές ιστορίες των δημιουργών τους.

Χειροποίητα ρούχα

Δρ. Άννα Μπονάρου, Τμήμα Κοινωνικής Ανθρωπολογίας και Ιστορίας, Πανεπιστήμιο Αιγαίου

annabonarou[at]gmail[dot]com

Χειροποίητα ρούχα και αξεσουάρ που παραπέμπουν σε πολυτελείς μάρκες

Η εισήγηση επιδιώκει να διερευνήσει την πρακτική κάποιων γυναικών να παράγουν χειροποίητα τεχνήματα, όπως τσάντες και ενδύματα, τα οποία παραπέμπουν σε γνωστούς οίκους μόδας (π.χ. Chanel, Prada, Louis Vuitton, Burberry κ.λπ). Μερικές από τις χειροτεχνίες που εφαρμόζονται στην παραγωγή αυτών των τεχνημάτων είναι το κέντημα και το πλέξιμο. Το θέμα που θα μελετήσω δεν αφορά σε κάποια οργανωμένη παραγωγή απομιμήσεων, που ανήκει στο πεδίο του παραεμπορίου, αλλά σε μια μικρής κλίμακας, οικιακή παραγωγή, που έχει σκοπό κυρίως την αυτοκατανάλωση του αγαθού ή την προσφορά του ως δώρο. Ενδεικτικά αναφέρεται το παράδειγμα μιας γυναίκας που έπλεξε ένα πουλόβερ για την κόρη της, αντιγράφοντας ένα σχέδιο του οίκου Brunello Cucinelli ή το παράδειγμα μιας κεντήστρας που έφτιαξε μια ιδιόχειρη τσάντα χρησιμοποιώντας ως μοτίβο το λογότυπο του οίκου Louis Vuitton.

 
Συνεδρία 5
Η κυπριακή ενδυμασία ως έκφραση πολιτισμού

Συνεδρία 5

Τοπικές ταυτότητες και ενδυματολογική κληρονομιά

Ευφροσύνη Ριζοπούλου-Ηγουμενίδου, Ιστορικός, Αρχαιολόγος, Ομότιμη Καθηγήτρια, Πανεπιστήμιο Κύπρου

aregoume[at]ucy[dot]ac[dot]cy

Δρ. Νόλη Μωυσή, Ιστορικός, Αρχαιολόγος, Λειτουργός Αρχείου, Παττίχειο Δημοτικό Μουσείο, Ιστορικό Αρχείο και Κέντρο Μελετών Λεμεσού

nolly.moyssi[at]gmail[dot]com

Η κυπριακή ενδυμασία ως έκφραση πολιτισμού

Το ερευνητικό πρόγραμμα με τίτλο «Η κυπριακή ενδυμασία ως έκφραση πολιτισμού» αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της Διόπτρας, της ψηφιακής βιβλιοθήκης για τον κυπριακό πολιτισμό του Ινστιτούτου Κύπρου (The Cyprus Institute). Η βάση δεδομένων που δημιουργήθηκε στο πλαίσιο του προαναφερθέντος προγράμματος έχει ως στόχο τη μελέτη και διάδοση της ιστορίας της κυπριακής ενδυμασίας στο ευρύτερο κοινωνικο-οικονομικό και πολιτισμικό πλαίσιο. Πρόκειται για την πρώτη βάση δεδομένων που αφορά την εμφάνιση των κατοίκων της Κύπρου από τον 16ο έως τον 20ό αιώνα, και τη μόνη που περιλαμβάνει την ενδυμασία και των τριών κυριότερων κοινοτήτων του νησιού, των Ελληνοκυπρίων, που αντιπροσωπεύουν την πλειοψηφία των πληθυσμού, των Τουρκοκυπρίων και των Αρμενίων. Η έρευνα αξιοποιεί τις διαθέσιμες γραπτές πηγές, απεικονίσεις και σωζόμενα ενδύματα, εστιάζοντας κυρίως στις περιόδους της οθωμανικής (1570-1878) και της βρετανικής κυριαρχίας (1878-1960) στην Κύπρο. Κατά τη διάρκεια αυτών των αιώνων, η εξέλιξη της κυπριακής ενδυμασίας καθρεφτίζει πτυχές της πολιτισμικής ταυτότητας της κυπριακής κοινωνίας κατά τη μετάβαση από τη νησιωτική πραγματικότητα της οθωμανικής περιόδου στον σταδιακό εξευρωπαϊσμό κατά την περίοδο της βρετανικής κυριαρχίας.  Η χρήση προηγμένων ψηφιακών τεχνολογιών και εφαρμογών προσφέρει μια καινοτόμο δυνατότητα προσέγγισης  του ενδύματος ως σημαντικής πτυχής της Κυπριακής Πολιτιστικής Κληρονομιάς.       

 
«Σαγιά»

Δρ. Νάσα Παταπίου, Ιστορικός-Ερευνήτρια

npatapiou[at]cytanet[dot]com[dot]cy

«Σαγιά», «ρουτζιέττι», «δουμπλέττι»: Η ριζοκαρπασίτικη ενδυματολογική κληρονομιά

Η εισήγηση  βασίζεται σε ερευνητικό υλικό  το οποίο προέρχεται από μακρόχρονη επιτόπια έρευνα και στοχεύει να   αναδείξει τον ενδυματολογικό  πολιτισμό  του Ριζοκαρπάσου.  Μεταξύ άλλων, θα παρουσιαστούν  ιστορικά στοιχεία για την κατεχόμενη κωμόπολη Ριζοκαρπάσου και θα εξεταστούν οι  λόγοι για  τους οποίους  αναπτύχθηκε στην πιο ανατολική κωμόπολη της Κύπρου, στο άκρο της χερσονήσου Καρπασίας, αυτή η ενδυματολογική κληρονομιά, δηλαδή η ριζο(καρπασίτικη) «σαγιά», το «ρουτζιέττι» και το «δουμπλέττι».

Θα γίνει περιγραφή της  ριζοκαρπασίτικης «σαγιάς»  – γνωστής ευρέως ως καρπασίτικης, γιατί επεκράτησε η ονομασία αυτή  – και θα συζητηθεί -ο τόπος από τον οποίο κατάγεται και σε ποιους χρόνους ανάγεται. Θα αναφερθούν στοιχεία σχετικά με τα  πέντε είδη της ριζοκαρπασίτικης «σαγιάς» και της χρήσης τους. Θα δοθούν πληροφορίες  για το «ρουτζιέττι», για τους λόγους για τους οποίους  απαντά μόνο στο Ριζοκάρπασο  και ποιας κοινωνικής  τάξης  αποτελούσε κυρίως το νυμφικό ένδυμα.  Θα  περιγραφεί  το «δουμπλέττι» και η διπλή χρήση του, καθώς το «δουμπλέττι»,  όπως και το «ρουτζιέττι», δεν απαντούν   σε ολόκληρο τον κυπριακό και ελλαδικό  χώρο παρά μόνο στο Ριζοκάρπασο. Όπως τεκμηριώνεται σε  φραγκική πηγή του 15ου αιώνα, το «δουμπλέττι» προέρχεται από τη Δύση και  πέρασε στην ενδυματολογία του Ριζοκαρπάσου μέσω των δυτικών  φεουδαρχών του ή όσων  κατείχαν την κομητεία του.  Επιπρόσθετα, θα δοθούν απαντήσεις  για  τους  λόγους  οι οποίοι δεν επέτρεψαν στην έρευνα να προχωρήσει, με αποτέλεσμα να αποδοθούν τα ενδυματολογικά αυτά πολιτιστικά αγαθά  εσφαλμένα γενικά στη χερσόνησο Καρπασίας και όχι αποκλειστικά  στην κωμόπολη Ριζοκαρπάσου, καθώς και άλλες ανακρίβειες και παρερμηνείες που αναπαράγονται εδώ και δεκαετίες γι’ αυτόν τον ιδιαίτερο  και μοναδικό ενδυματολογικό πολιτισμό.

 
Η «τζουμπελού»

Μαρία Παρασκευά, Κοινωνική Ανθρωπολόγος, Υπ. διδάκτωρ, Τμήμα Φιλολογίας, Τομέας Βυζαντινής Φιλολογίας και Λαογραφίας, ΕΚΠΑ

mparaskeua19[at]gmail[dot]com

Η «τζουμπελού»: Τα στάδια εξέλιξής της από αρχοντική ενδυμασία σε τοπική ενδυμασία - σύμβολο του τσακώνικου πολιτισμού

Η πολιτιστική ταυτότητα των Τσακώνων αποτελείται από υλικά και άυλα στοιχεία. Τα υλικά στοιχεία που τη συνθέτουν είναι η αρχιτεκτονική και η ενδυμασία και τα άυλα στοιχεία είναι η τσακώνικη διάλεκτος, η υφαντική και ο χορός. Στην παρούσα μελέτη θα επικεντρωθούμε στην «τζουμπελού», την τοπική ενδυμασία της Τσακωνιάς.

Η ιστορία της «τζουμπελούς» έχει ως χρονική αφετηρία τους προεπαναστατικούς χρόνους, εποχή κατά την οποία αποτελούσε την αρχοντική ενδυμασία των εύπορων γυναικών του Πραστού. Αργότερα μετατράπηκε σε νυφική φορεσιά, με την αποδόμηση αρκετών από τα στοιχεία της αρχικής της μορφής, ενώ σήμερα αποτελεί την τοπική ενδυμασία της Τσακωνιάς.

Στόχος της παρούσας εργασίας είναι να μελετηθεί, να αποτυπωθεί και να κατανοηθεί η ιστορική διαδρομή της «ζουμπελούς» και η κοινωνική διάσταση που έλαβε ανά τους αιώνες, φτάνοντας στη σημερινή εποχή να αποτελεί σύμβολο της τσακώνικης ταυτότητας.

 
Η γυναικεία φορεσιά

Γιάννης Κωνσταντίνου, Δάσκαλος στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση, Χοροδιδάσκαλος, Ερευνητής του παραδοσιακού χορού

yanniskonstantinou[at]gmail[dot]com

Η γυναικεία φορεσιά της περιοχής των Κορεστείων της Φλώρινας

Η παραδοσιακή φορεσιά αποτελεί κοινωνικό φαινόμενο, το οποίο θα πρέπει να μελετάται ενταγμένο μέσα στις ιστορικές του διαστάσεις και στο συγκεκριμένο πολιτισμικό περιβάλλον μέσα στο οποίο γεννήθηκε και εξελίχθηκε. Ο παραδοσιακός ενδυματολογικός κώδικας, εκτός από την πρακτική λειτουργία που επιτελεί είναι και ένα «σημάδι», ένα σύμβολο. Κατά τον τρόπο αυτό, η παραδοσιακή φορεσιά αποκτά συγκεκριμένη και σταθερή σημασία για την κοινωνική ομάδα που τη φέρει (εθνοτική, τοπική, ηλικιακή, ταξική), καθώς αναφέρεται σε κάτι που υπερβαίνει την ίδια της τη φύση ως αντικείμενο: ανεξάρτητα από τη θέληση αυτού που τη φορούσε, δήλωνε με τα χρώματά της, τα στολίδια της ή τα κεντίδια της τον τόπο καταγωγής, την ηλικία, την κοινωνική κατάσταση κ.ά.

Η συγκεκριμένη ερευνητική προσπάθεια επικεντρώνεται στη διερεύνηση της γυναικείας παραδοσιακής φορεσιάς της περιοχής των Κορεστείων της Φλώρινας, από τα τέλη του 19ου αιώνα έως σήμερα. Η φορεσιά μελετάται εξελικτικά, με την αξιοποίηση πρωτογενούς υλικού και οι οπτικές αφηγήσεις ζωντανεύουν βιώματα και μνήμες όλου αυτού του χρόνου, αποτυπώνοντας την ταυτότητα της κοινότητας που διερευνάται. Ταυτόχρονα, τα υλικά κατάλοιπα και το αρχειακό υλικό προσεγγίζονται ανθρωποκεντρικά, με αποτέλεσμα να διαφαίνονται όλες οι πτυχές της ανθρώπινης δραστηριότητας και αποτελούν πηγή γνώσης για την τοπική ιστορία και την εθνογραφική έρευνα.

Συνεδρία 6
Συλλέγοντας το ενδυματολογικό

Συνεδρία 6

Πολιτικές συλλογής και έκθεσης του ενδύματος στο μουσείο

Μυρσίνη Πήχου, Υπ. διδάκτωρ στο Ινστιτούτο Ιστορίας της Τέχνης, Πανεπιστήμιο Βέρνης

myrsinipichou[at]gmail[dot]com

Συλλέγοντας το ενδυματολογικό παρόν: Οι «γκαρνταρόμπες» του Ιδρύματος Βασίλη Παπαντωνίου

Πολλά μουσεία ενθαρρύνουν την απόκτηση «γκαρνταρομπών», δηλαδή έναν αριθμό ενδυμάτων, υποδημάτων, εξαρτημάτων που φορέθηκαν από έναν άνθρωπο κατά τη διάρκεια διαφορετικών περιόδων της ζωής του. Ιστορικά, οι συλλογές «γκαρνταρομπών» έχουν αποτελέσει πυρήνα σημαντικών ενδυματολογικών συλλογών ή μουσείων μόδας διεθνώς. Συνήθως, τα αντικείμενα αυτά περιέρχονται στην κυριότητα των μουσείων μετά τον θάνατο των προκατόχων τους, όταν οι κληρονόμοι ή οι συγγενείς, αντιλαμβανόμενοι τη σημασία τους, απευθύνονται στο μουσείο για να τα δωρίσουν.

Πέρα από τις «γκαρνταρόμπες» που ανήκαν σε αποβιώσαντες, το Ίδρυμα Βασίλη Παπαντωνίου (ΙΒΠ), με πρωτοβουλία της Ιωάννας Παπαντωνίου, ξεκίνησε μια συνεργασία με δωρητές εν ζωή, οι οποίοι παραχωρούν ενδύματα, εξαρτήματα και υποδήματα στο ΙΒΠ, όταν δεν τα χρησιμοποιούν πια. Οι συλλογές αυτές περιλαμβάνουν 1.500 περίπου αντικείμενα, τα οποία ανήκαν σε έντεκα ενήλικες και δύο παιδιά.

Στη διδακτορική μου διατριβή μελετώ τις δεκατρείς αυτές «γκαρνταρόμπες» του IBΠ. Στην παρούσα ανακοίνωση θα εντάξω την καινοτόμο αυτή συλλεκτική πολιτική του Ιδρύματος στο διεθνές μουσειακό περιβάλλον, παρουσιάζοντας τα αποτελέσματα της πρώτης φάσης της έρευνάς μου. Η φάση αυτή περιλάμβανε τη χαρτογράφηση των συλλογών «γκαρνταρομπών» σε μουσεία και ιδρύματα στην Ευρώπη και την Αμερική, μέσα από τη σχετική βιβλιογραφία, καθώς και συνεντεύξεις με επιμελητές και υπευθύνους συλλογών.

 
Μουσειακή έκθεση ιστορικών ενδυμάτων

Δρ. Τατιάνα Κουσουλού, Συντηρήτρια Υφασμάτινων Έργων Τέχνης, Υπεύθυνη του Τμήματος στη ΔΣΑΝΜ, Υπουργείο Πολιτισμού

tkousoulou[at]culture[dot]gr

Μουσειακή έκθεση ιστορικών ενδυμάτων: Υπάρχει η τέλεια κούκλα;

Η ανακοίνωση παρουσιάζει τους παλαιότερους και τους σύγχρονους τρόπους έκθεσης ιστορικών ενδυμάτων σε ομοιώματα έκθεσης (κούκλες) σε μουσειακό και εκθεσιακό περιβάλλον, από τη ματιά του συντηρητή υφασμάτων. Ο σχεδιασμός, η αισθητική, τα υλικά κατασκευής και οι τρόποι στήριξης με γνώμονα τόσο την άρτια παρουσίαση του ενδύματος, αλλά και την ασφαλή του έκθεση, θα παρουσιαστούν και θα αναλυθούν. Τεχνικές και υλικά του παρελθόντος, που προκάλεσαν φθορά με το πέρασμα των ετών, αλλά και νέες τεχνικές που πλέον υιοθετούνται παγκοσμίως, θα σχολιαστούν εκτενώς και θα παρουσιαστούν λύσεις τόσο για μόνιμες όσο και για εποχιακές εκθέσεις.

Θέματα όπως το κόστος, ο σχεδιασμός, η διαθεσιμότητα των υλικών, η τεχνογνωσία και οι σύγχρονες απαιτήσεις για τη δημιουργία του εκάστοτε ιδανικού σώματος για την έκθεση ενός ιστορικού ενδύματος θα είναι επίσης αντικείμενο της παρουσίασης αυτής.

Παραδείγματα από την προσωπική εμπειρία της γράφουσας σε μουσεία και ιδρύματα της Ελλάδας και του εξωτερικού θα παρουσιαστούν μαζί με νέες βιβλιογραφικές προσεγγίσεις επί του θέματος σε διεθνές επίπεδο.

 
Το ένδυμα ως έκθεμα

Μαρκία Λιάπη, Φιλόλογος, Ιστορικός Τέχνης, Υπ. διδάκτωρ Νεοελληνικής Φιλολογίας, ΑΠΘ

liapimarki[at]lit[dot]auth[dot]gr

Το ένδυμα ως έκθεμα: Μελετώντας την παρουσία του ενδυματολογικού στον σύγχρονο εικαστικό χώρο

Η παρούσα ανακοίνωση συγκεντρώνει, μελετά και επιχειρεί να ερμηνεύσει την παρουσία του ενδύματος σε εικαστικές εκθέσεις της textile art (τέχνη της ύφανσης), όπως αυτές πραγματοποιήθηκαν στην Ευρώπη και την Ελλάδα στα τέλη του 20ού αιώνα και στις αρχές του 21ου αιώνα. Πιο συγκεκριμένα, κάνοντας μια εισαγωγή στην εξέλιξη και την παρουσία της textile art στον χώρο της εικαστικής εκθεσιακής πρακτικής κατά τον 20ό αιώνα, η ανακοίνωση μελετά την εκτεταμένη παρουσία του ενδύματος στον χώρο των εκθέσεων που εντάσσονται στον (πολύ πρόσφατο) κανόνα της textile art, παρουσιάζοντας την πιθανή προβληματική που αυτό φέρνει στο επίπεδο της ορολογίας, της μεθοδολογίας και της πολιτικής των εκθέσεων. Στη διασταύρωση των όρων για τη μελέτη της textile art και εντός μιας νέας κουλτούρας γύρω από το ύφασμα, που αυτή εισάγει στον χώρο της σύγχρονης τέχνης (the textile culture), το ιστορικό και το απτικό στοιχείο συναντιούνται με το ενδυματολογικό, ανοίγοντας νέους δρόμους για τη μελέτη του ενδύματος ως εκθεσιακού γεγονότος. Με βάση αυτούς τους άξονες, παρουσιάζεται η εκθεσιακή πρακτική του Yinka Sonibare, της Regina Frank και των ελληνίδων δημιουργών Θάλειας Χιώτη και Μαργαρίτας Πέτροβα.

 
Η ενδυματολογική πολιτιστική

Μέτυ Τσουκάτου, Ερευνήτρια-Ενδυματολόγος

meti.tsoukatou[at]gmail[dot]com

Η ενδυματολογική πολιτιστική κληρονομιά στην ψηφιακή εποχή. Σχεδιάζοντας ένα ανοικτής πρόσβασης ψηφιακό αρχείο ενδυμάτων και πατρόν

Οι ψηφιακές τεχνολογίες ανοίγουν νέους δρόμους για τη διαφύλαξη του ενδυματολογικού πολιτιστικού περιεχομένου και τη βελτίωση της πρόσβασης στην ενδυματολογική κληρονομιά. Υπό αυτό το πρίσμα στην ανακοίνωση θα παρουσιαστούν τα πρώτα βήματα συγκρότησης μιας ψηφιακής ενδυματολογικής συλλογής, η οποία αντλεί το πρωτογενές υλικό της από ιδιωτικά αρχεία σύγχρονων δημιουργών, που δραστηριοποιούνται στον ελληνικό χώρο. Στο επίκεντρο της συλλογής βρίσκονται τα ενδύματα και τα πατρόν τους, το δισδιάστατο δηλαδή πρότυπο από το οποίο τα μέρη του ενδύματος χαράσσονται στο ύφασμα πριν κοπούν και συναρμολογηθούν. Στην ανακοίνωση θα γίνει εκτενής αναφορά στις μεθόδους ψηφιοποίησης, ψηφιακής τεκμηρίωσης και δημοσίευσης του αρχείου. Ο διαμοιρασμός του αρχείου θα γίνει μέσω μιας ανοικτού κώδικα πλατφόρμας διαδικτυακής δημοσίευσης και θα υιοθετηθούν οι βέλτιστες πρακτικές διαλειτουργικότητας και ποιότητας του υλικού, ώστε να είναι εφικτή η διάθεσή του σε συσσωρευτές πολιτιστικού περιεχομένου και η μελλοντική του διατήρηση. Βασικό κίνητρο του εγχειρήματος, πέρα από τη διατήρηση και προώθηση της σύγχρονης ενδυματολογικής παραγωγής είναι η ανάδειξη της πολιτιστικής αξίας του πατρόν και της σημασίας της συλλογής και της ψηφιακής διαφύλαξης του για μια πληρέστερη ερμηνεία και αξιοποίηση του αρχειακού ενδυματολογικού υλικού.

 
Συνεδρία 7
Η σκευή (προσωπείο / κοστούμι)

Συνεδρία 7

Ενδυματολογικές προσεγγίσεις στο αρχαίο δράμα

Μαρία Μικεδάκη, Αρχαιολόγος, Μόνιμη Επίκουρη Καθηγήτρια Αρχαίου Θεάτρου, Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου

mikedaki[at]go[dot]uop[dot]gr

Η σκευή (προσωπείο / κοστούμι) του δούλου στην αρχαία ελληνική κωμωδία

Ο δούλος είναι ένας στερεότυπος και ιδιαίτερα αγαπητός χαρακτήρας που απαντά κατ’ επανάληψη στην αρχαία ελληνική κωμωδία είτε ως πρωταγωνιστής είτε ως βωβό πρόσωπο με επικουρική δράση. Ακολουθώντας τη μελέτη των αρχαιολογικών τεκμηρίων (κυρίως την αγγειογραφία από την Κάτω Ιταλία και τα πήλινα ειδώλια των ηθοποιών της ύστερης κλασικής και ελληνιστικής εποχής) και όχι μία κειμενοκεντρική προσέγγιση, η παρούσα ομιλία εστιάζει στο γκροτέσκο κοστούμι που φοράει ο δούλος στην Παλαιά, Μέση και Νέα Κωμωδία. Το κοστούμι αυτό είναι σχεδόν πανομοιότυπο και στις τρεις περιόδους της Αττικής Κωμωδίας και αντικατοπτρίζει τα τυπικά στοιχεία του χαρακτήρα του: το «προσωπείο-σάλπιγγα» έχει ένα πλατύ στόμα που υποδηλώνει τη φλυαρία του· το κοστούμι φέρει εσωτερικά παραγεμίσματα που κάνουν το σώμα του ευτραφές και φανερώνουν την οκνηρία του και την αγάπη του για φαγητό και ποτό, ενώ ο υπερμεγέθης τεχνητός φαλλός δείχνει τη ροπή του για ερωτικές απολαύσεις. Σε γενικές γραμμές το κοστούμι του δούλου της Παλαιάς και Μέσης Κωμωδίας δεν διαφέρει αισθητά από το κοστούμι κάθε κωμικού χαρακτήρα που εμφανίζεται επί σκηνής. Η ειδοποιός διαφορά εντοπίζεται ενίοτε στον τύπο του ενδύματος (π.χ. ο ελεύθερος πολίτης φοράει χιτώνα, ενώ ο δούλος εξωμίδα) και στα σκηνικά αντικείμενα που κρατάει. Στη Νέα Κωμωδία, όμως, η σκευή αλλάζει: το κοστούμι των ελεύθερων πολιτών γίνεται πιο σεμνό και αποβάλλει τα παραγεμίσματα και τον υπερμεγέθη φαλλό, σε αντίθεση με το κοστούμι των δούλων που τα διατηρεί, οπτικοποιώντας κατ’ αυτόν τον τρόπο κοινωνικές και χαρακτηρολογικές διακρίσεις.    

 
Οι ενδυματολογικές προσεγγίσεις του Γιώργου Ζιάκα

Μαρία Κονομή, Εικαστικός, Σκηνογράφος-Ενδυματολόγος, Επίκουρη Καθηγήτρια Σκηνογραφίας-Ενδυματολογίας, Τμήμα Θεατρικών Σπουδών, ΕΚΠΑ

markonomi[at]theatre[dot]uoa[dot]gr

Οι ενδυματολογικές προσεγγίσεις του Γιώργου Ζιάκα στις Iκέτιδες (1978) και τις Τρωάδες (1981) του Θεατρικού Οργανισμού Κύπρου: Συλλογικό τραύμα, υλικές δραματουργίες και ανθρωπολογικές προεκτάσεις

Στην παρούσα ανακοίνωση θα εξεταστούν δύο παραστάσεις-σταθμοί στην ιστορία του Θεατρικού Οργανισμού Κύπρου (ΘΟΚ), οι Ικέτιδες (1978) και οι Τρωάδες (1982), σε σκηνοθεσία Νίκου Χαραλάμπους και σκηνογραφία-ενδυματολογία Γιώργου Ζιάκα. Η έμφαση δίνεται στην πολυσυλλεκτική αισθητική προσέγγιση της ενδυματολογίας, η οποία συνεξετάζεται σε σχέση και με τη σκηνοθεσία και τη σκηνογραφία. Παράλληλα, μας ενδιαφέρει η ανάδειξη της ενδυματολογικής προσέγγισης  με  όρους  μιας  πιο αυτοδύναμης επιτελεστικότητας των κοστουμιών, σε σχέση με τις υλικές, δραματουργικές και ανθρωπολογικές τους προεκτάσεις. Στόχος μας είναι να διερευνηθούν οι τρόποι ενεργοποίησης ενός κοινού χώρου – του συλλογικού προσφυγικού τραύματος της πρόσφατης κυπριακής ιστορίας – μέσω της ενδυματολογικής προσέγγισης των συγκεκριμένων παραστάσεων.

Και στις δύο περιπτώσεις, η ενδυματολογική πρόταση του Ζιάκα  απομακρύνεται από τον κορεσμό των κλασικιστικών αναφορών, καθώς τα κοστούμια βασίστηκαν σε ποικίλες παραδοσιακές τεχνικές του πλεκτού ενδύματος και σε μια σιλουέτα χωρίς μνημειακότητα, η  οποία έρχεται πιο κοντά στα ανθρώπινα μέτρα. Ο Ζιάκας αξιοποιεί τη βαθιά γνώση της λαϊκής παράδοσης, χωρίς να δημιουργεί πιστά αντίγραφα της κυπριακής φορεσιάς. Μια  πολύ σημαντική ιδιαιτερότητα αποτελεί επίσης το γεονγός ότι τα πλεκτά κοστούμια των Ικέτιδων και των Τρωάδων φτιάχτηκαν από γυναίκες σε προσφυγικούς καταυλισμούς από την τουρκική εισβολή του 1974. Η συμμετοχή προσφύγων στην κατασκευή των κοστουμιών (με την επίβλεψη του Κυπριακού Οργανισμού Χειροτεχνίας) προσέδωσε αναμφίβολα μια έντονη συναισθηματική φόρτιση, αλλά και επικαιροποίησε τον χαρακτήρα της παράστασης με μια  πολιτική – με την ευρύτερη σημασία του όρου – χειρονομία.

Τι βλέπει, ίσως, η κριτική

Πλάτων Μαυρομούστακος, Καθηγητής Θεατρολογίας, Τμήμα Θεάτρου, Σχολή Καλών Τεχνών, ΑΠΘ

platonm[at]thea[dot]auth[dot]gr

Τι βλέπει, ίσως, η κριτική

Η μελέτη του θεατρικού φαινομένου και ιδιαίτερα των παραστασιακών γεγονότων, που συνιστούν το κυρίαρχο ζητούμενο της επιστήμης του θεάτρου, προκειμένου να κατανοήσει τα δεδομένα του κάθε σκηνικού γεγονότος, για τη αναστήλωση της παράστασης ανατρέχει σε πρωτογενείς και δευτερογενείς πηγές, με στόχο να αποκατασταθεί η εικόνα της ή έστω να γίνουν κατανοητά τα βασικά σημειακά συστήματα που συνθέτουν το σκηνικό γεγονός.

Η θεατρολογική έρευνα συχνά ανατρέχει στην πιο άμεσα προσβάσιμη γραπτή πηγή:  την κριτική.  Η κατάθεση της γνώμης του κριτικού αποτελεί βασικό δείκτη της πρόσληψης της παράστασης από το κοινό και τα κριτικά κείμενα πολύ συχνά αντιμετωπίζονται ως βασικά τεκμήρια που αποτυπώνουν τα σκηνικά δεδομένα. Παρόλο που θα μπορούσε να υποθέσει κανείς ότι το κείμενο της κριτικής παρουσιάζει  στοιχεία τα οποία επιτρέπουν στον αναγνώστη να αντιληφθεί την εικόνα της σκηνής, ανακύπτει το ερώτημα της πιστότητας της εικόνας που παραδίδει.

Με αφορμή τα κοστούμια της Ιωάννας Παπαντωνίου σε δύο παραστάσεις των Ιππέων του Αριστοφάνη, σε σκηνοθεσίες Κώστα Μπάκα από το Εθνικό Θέατρο  και τον θίασο Θεατρική Διαδρομή (Επίδαυρος 1991 & 2001), εξετάζεται η δυνατότητα κατανόησης του σκηνικού γεγονότος μέσα από τις γραπτές πηγές και διατυπώνεται μια διαφορετική ιεράρχηση των πηγών.

 
 
 
Συνεδρία 8
Ζητήματα ενδυματολογίας

Συνεδρία 8

Ερμηνεύοντας το κοστούμι στη σκηνή και την οθόνη

Νικόλαος Αλέτρας, Μέλος Ειδικού Εκπαιδευτικού Προσωπικού, Τμήμα Κινηματογράφου, ΑΠΘ

naletras[at]film[dot]auth[dot]gr

Ζητήματα ενδυματολογίας στο κινηματογραφικό είδος των School Movies. Ανάλυση και ερμηνεία σε σχέση με τη σημασιολογική / συντακτική / πραγματολογική προσέγγιση του Rick Altman

Η ανακοίνωση έχει ως σκοπό να αναδείξει τον ρόλο της ενδυματολογίας στην τεκμηρίωση του κινηματογραφικού είδους των School Movies. Με τη χρήση της σημασιολογικής / συντακτικής / πραγματολογικής προσέγγισης του Altman, εντοπίζονται τα βασικά σημασιολογικά και συντακτικά στοιχεία των School Movies, τα οποία, συνδυαζόμενα με τα στοιχεία της κινηματογραφικής παραγωγικής διαδικασίας και την αλληλεπίδραση των πολλαπλών χρηστών του κινηματογραφικού μέσου, δίνουν μια ολιστική ερμηνεία του είδους και μια ικανοποιητική καταγραφή της δημιουργίας του και της εξέλιξής του. Στο πλαίσιο αυτό, αναζητείται ο ρόλος της ενδυματολογίας, ο οποίος άλλοτε αναλύεται ως βασικό σημασιολογικό στοιχείο του είδους και άλλοτε ως βασικός συντακτικός άξονας ειδολογικής δόμησης. Οι μελέτες περίπτωσης που αναφέρονται (Ζούγκλα του Μαυροπίνακα, Half Nelson, Detachment), αναδεικνύουν τα ενδυματολογικά (σημασιολογικά και συντακτικά) στοιχεία, τα οποία, εντασσόμενα στο πλαίσιο της χρονολογίας της εκάστοτε κινηματογραφικής παραγωγής, προσεγγίζουν –  με τρόπο διεπιστημονικό – εκπαιδευτικά συστήματα, τύπους εκπαιδευτικών αλλά και μοντέλα κινηματογραφικής παραγωγής. Το ίδιο το ένδυμα μπορεί να αποτελέσει φορέα ιδεολογίας (εκπαιδευτικά συστήματα) ή προσωπική έκφραση, σε συνδυασμό με τα ενδυματολογικά στερεότυπα της κάθε εποχής. Οι μελέτες περιπτώσεων εστιάζουν σε δύο ενδυματολογικές απόψεις: από τη μία των εκπαιδευτικών και από την άλλη των μαθητών, αντιπαραβάλλοντας ιδεολογίες, οικονομικά συστήματα, εθνικές ταυτότητες και πολιτισμικές συγκρούσεις. Στο πλαίσιο αυτό μελετάται η συμβολή των ενδυματολόγων στην εξέλιξη του είδους των School Movies, μέσα από την ανάλυση των παραπάνω εμβληματικών ταινιών.

Costume design strategies

Θάνος Βόβολης, Σκηνογράφος-Ενδυματολόγος, Assistant Professor, Research-Track Department Head, Theatre Arts and Dance Department, Frances Rich School of Fine and Performing Arts Deree, The American College of Greece

avovolis[at]acg[dot]edu

Costume design strategies and the aesthetics of the everyday: Oscillations between clothing and costume in contemporary TV series

Drawing on contemporary TV series as Succession, Copenhagen Cowboy and Mr. Robot and using mimesis and semiosis as inseparable components of realism and fundamental concepts of modern costume design, the presentation intends to explore strategies of street fashion and the aesthetics of the everyday in contemporary costume design.

 

Χρησιμοποιώντας τις έννοιες της  μίμησης  και σημείωσης ως δομικά στοιχεία του ρεαλισμού και θεμελιώδεις έννοιες της σύγχρονης ενδυματολογίας και με  αφορμή τις  τηλεοπτικές σειρές του Netflix Copenhagen Cowboy και Mr. Robot, η παρουσίαση αποσκοπεί στην εξερεύνηση του ρόλου της μόδας του δρόμου (street fashion) και της αισθητικής της καθημερινότητας στη σύγχρονη ενδυματολογία.

Η Μαρία Κάλλας στο Αρχαίο Θέατρο

Νίκος Σαριδάκης, Ζωγράφος, Σκηνογράφος, Ενδυματολόγος

admitos58[at]gmail[dot]com

Η Μαρία Κάλλας στο Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου. Νόρμα και Μήδεια: Δυο παραστάσεις όπερας

Στην εισήγηση παρουσιάζονται οι δύο παραγωγές που έφεραν την όπερα για πρώτη φορά στο Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου. Σκηνοθέτης και στις δυο παραγωγές, στις οποίες η Μαρία Κάλλας ερμήνευσε τους ομώνυμους πρωταγωνιστικούς ρόλους, ήταν ο Αλέξης Μινωτής. Στη Νόρμα τα σκηνικά σχεδίασε ο Γιάννης Τσαρούχης και τα κοστούμια ο Αντώνης Φωκάς (1960), ενώ στη Μήδεια σκηνικά και κοστούμια σχεδίασε ο Γιάννης Τσαρούχης (1958). Παρουσιάζεται επίσης η πορεία της Μήδειας, από το αρχικό ανέβασμά της στο Ντάλας το Νοέμβριο του 1958, με ενδιάμεσο σταθμό το Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου τον Αύγουστο του 1961, ως την τελευταία παράσταση τον Ιούνιο του 1962 στο θέατρο της Σκάλας του Μιλάνου. Δίνεται έμφαση στη σκηνογραφική-ενδυματολογική μελέτη των παραστάσεων και των δύο έργων και την εξέλιξή της.

Αφορμές για την εισήγηση υπήρξαν το «Έτος Μαρία Κάλλας», που εορτάζεται το 2023, η 2α Δεκεμβρίου, ημερομηνία κατά την οποία συμπληρώνονται 100 χρόνια από τη γέννησή της, και η ύπαρξη του μοναδικού σωζόμενου κοστουμιού της απο τη Μήδεια στο Ι.Β.Π.

 
Συνεδρία 9
Ελληνικά σώματα στη Μακεδονία

Συνεδρία 9

Πολιτικές διαστάσεις της ένδυσης

Ελένη Μπίντση, Αρχαιολόγος-Μουσειολόγος, Λαογραφικό & Εθνολογικό Μουσείο Μακεδονίας-Θράκης

bintsi[at]gmail[dot]com

Ελληνικά σώματα στη Μακεδονία: Σχόλιο για τη στολή των Μακεδονομάχων

Η ανακοίνωση αναφέρεται στην ανδρική στολή με τον γνωστό παραδοσιακό μακεδονικό «ντουλαμά», που ταυτίστηκε με τους Μακεδονομάχους, τους αγωνιστές των ενόπλων ελληνικών αντάρτικων σωμάτων που πολέμησαν για τη διεκδίκηση της υπό οθωμανικής ακόμα κυριαρχίας Μακεδονίας, κατά τα έτη 1904-1908. Εξετάζει τις επιρροές, τη μορφή και τη χρήση της κατά την περίοδο του Μακεδονικού Αγώνα, αλλά και τις μετέπειτα χρήσεις και τους συμβολισμούς με τους οποίους επενδύθηκε με το πέρασμα των χρόνων. Αξιοποιώντας την οπτική ιστορία, επιχειρεί να ερμηνεύσει τη διαμόρφωση της αντίληψης του σχετικού με την εποχή του Μακεδονικού Αγώνα παρελθόντος και κυρίως να αποκωδικοποιήσει τη λειτουργία του ενδύματος στην ανάδειξη της εθνικής ταυτότητας και την πολιτική του χρήση. Επιπλέον, τονίζει τον επιτελεστικό του χαρακτήρα,  καθώς υποστηρίζει ότι το ένδυμα μεταφέρει συγκεκριμένες ιδιότητες στο σώμα, διαμεσολαβεί και επιβάλλει στάσεις και συμπεριφορές.                                                                                                                               

 
Η περί πολιτικής ομιλούσα ενδυμασία

Γιώργος Κόνδης, Διδάκτωρ Κοινωνικών Επιστημών, Ε.ΔΙ.Π, Σχολή Καλών Τεχνών, Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου 

georgekondis[at]gmail[dot]com

Η περί πολιτικής ομιλούσα ενδυμασία στη σύγχρονη Ελλάδα

Παραδοσιακή ή ευρωπαϊκή, αστική ή λαϊκή, η ενδυμασία παντού στον κόσμο, εκτός από τις κοινωνικές της διαστάσεις και τους συμβολισμούς, είχε πάντα μια ενδιαφέρουσα πολιτική έκφραση στο δημόσιο χώρο. Στη σύγχρονη Ελλάδα ενδυματολογικοί και πολιτικοί κώδικες ενίσχυαν τον πολιτικό λόγο στο δημόσιο χώρο και, σε ορισμένες περιπτώσεις, υπογράμμιζαν  τον συγκρουσιακό χαρακτήρα των πολιτικών ομάδων ήδη από τις αρχές της Επανάστασης.  Ανάμεσα στους «καλαμαράδες» και τους «λαϊκούς», τους αυτόχθονες και τους ετερόχθονες, το κόμμα του φράκου και εκείνο της φουστανέλας, στο κοστούμι «τρουά πιές» και το ζιβάγκο, τη γραβάτα στη διάρκεια της οικονομικής κρίσης και χωρίς αυτήν, η πολιτική ράβει τις φορεσιές της και οι φορεσιές ομιλούν περί πολιτικής. Στυλ, παρουσίες και λόγος, αποτελούν τις δημόσιες εκφράσεις των πολιτικών προσώπων που επιχειρούν να ενισχύσουν την «εικόνα» τους στο πολιτικό τους κοινό και γενικότερα στο δημόσιο χώρο.

Η έρευνα αναζητά τις σχέσεις ανάμεσα στο ένδυμα και την πολιτική στη διαδρομή από τη νεότερη στη σύγχρονη Ελλάδα. Πώς λειτουργεί η ανακάλυψη της «εθνικής ενδυμασίας»; Με ποιους συμβολισμούς επενδύονται οι ενδυματολογικές πρακτικές στο δημόσιο χώρο; Πώς τα δημόσια πρόσωπα αφομοιώνουν και μετουσιώνουν σε πολιτικό λόγο και πρακτική τις ενδυματολογικές πρακτικές; Πώς οι ενδυματολογικοί κώδικες συνδυάζονται με τις πολιτικές ιδέες και τις κοινωνικές προσδοκίες; Πρόκειται για τα βασικά ερευνητικά ερωτήματα στα οποία φιλοδοξεί να απαντήσει η έρευνα.

 
Η φουστανέλα του Όθωνα

Μαρία Βελιώτη-Γεωργοπούλου, Κοινωνική Ανθρωπολόγος, Καθηγήτρια Τμήματος Θεατρικών Σπουδών, Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου

mvel2009[at]hotmail[dot]com

Η φουστανέλα του Όθωνα: Ένα πολυσήμαντο ιδεολόγημα

Η καθιέρωση της φουστανέλας ως εθνικού ανδρικού ενδύματος έχει αποτελέσει προσφιλές  αντικείμενο μελέτης. Η παρούσα ανακοίνωση θα εξετάσει την  υιοθέτηση αυτού του ενδύματος από τον Όθωνα ήδη κατά τα πρώτα χρόνια της βασιλείας του (1836), μέσα στο ιστορικό και ιδεολογικό συγκείμενο της εποχής, όπου κύριο ζητούμενο αποτελεί η επιδίωξη και εδραίωση μιας νέας αρχής για το ελληνικό έθνος-κράτος. Ωστόσο, το ζήτημα αυτό έχει δύο εκ διαμέτρου αντίθετα σκέλη: στο ένα βρίσκεται ο «γηγενής» ελληνικός λαός, που έχει πρόσφατα κερδίσει την ανεξαρτησία του με ένοπλο αγώνα,  και στο άλλο ο νεαρότατος «ξένος» βασιλιάς, ο οποίος δεν έχει καμία σχέση με το επώδυνο αλλά και συνάμα ένδοξο πρόσφατο παρελθόν. Η υιοθέτηση της φορεσιάς με τη φουστανέλα από τον βασιλιά Όθωνα αποσκοπεί, χωρίς να αποτελεί το μόνο μέσο, στη γεφύρωση του χάσματος αυτού,  καθώς λειτουργεί ως ένα πολυσήμαντο ιδεολόγημα. Η μελέτη στηρίζεται σε  σύγχρονες με την εποχή μαρτυρίες και σε εικονογραφικές αναπαραστάσεις, ενώ  σχεδιάζεται να μελετηθούν, επίσης, σχετικές  αρχειακές πηγές, με την ελπίδα ότι οι τελευταίες θα αποδώσουν περισσότερες πληροφορίες σχετικά με το ζήτημα αυτό, για το οποίο η μέχρι τώρα αρχειακή έρευνα δεν έχει αποφέρει σπουδαία αποτελέσματα.

 
Τα ρούχα της διαμαρτυρίας

Ειρήνη (Ρένα) Λουτζάκη, Ανθρωπολόγος του χορού, τ. Αναπληρώτρια Καθηγήτρια, Τμήμα Μουσικών Σπουδών, Εργαστήριο Εθνομουσικολογίας & Πολιτισμικής Ανθρωπολογίας, ΕΚΠΑ

iloutzaki[at]gmail[dot]com

Τα ρούχα της διαμαρτυρίας

Τα ρούχα αποτελούν έναν σημειολογικό κώδικα για τις ανθρώπινες κοινωνίες, καθώς δηλώνουν τις κοινωνικές διαφοροποιήσεις και καταστάσεις, τα επαγγέλματα, την εποχή, την οικονομική κατάσταση, το πολιτισμικό επίπεδο, τις αρχές και παραδόσεις, την εθνικότητα, τις αντιλήψεις και άλλα στοιχεία. 

Η παρούσα εργασία είναι μία μελέτη περίπτωσης που εστιάζει στον τρόπο εμφάνισης και επιλογής των ρούχων που θα έπρεπε να φέρουν οι σπουδαστές / στριες στις εξετάσεις του τρίτου έτους, στο Folkwang University of the Arts (Γερμανία).  Όλοι οι σπουδαστές γνώριζαν εκ των προτέρων ότι, για να είναι σε θέση να λάβουν μέρος στις εξετάσεις, η εμφάνιση τους θα έπρεπε να ακολουθήσει τον ενδυματολογικό κώδικα όπως περιγραφόταν στον κανονισμό της σχολής. Κι αυτό επειδή οι εξετάσεις των τριτοετών ήταν στυλιστικά ισοδύναμες με «σοβαρή» θεατρική παράσταση χορού και απαιτούσε άσπρα ολόσωμα  leotard  για αγόρια και κορίτσια. Στις εξετάσεις ωστόσο του μοντέρνου χορού, που πραγματοποιήθηκαν τον Ιούνιο του 1978, η εμφάνιση των σπουδαστών δεν ήταν καθόλου κόσμια και αισθητικά αποδεκτή, καθώς με την απρεπή ενδυματολογική τους εμφάνιση ήθελαν να δηλώσουν την αντίθεση τους στην «άδικη», όπως τη χαρακτήρισαν, απόφαση της εξεταστικής επιτροπής να αποβάλλουν την τελευταία στιγμή μια συμφοιτήτρια τους. Εστιάζοντας στις έννοιες υπακοή και πειθαρχία θα προσπαθήσω να αναδείξω τον τρόπο με τον οποίο το ένδυμα μπορεί να αποτελέσει μέσο / όχημα διαμαρτυρίας.

 
Συνεδρία 10
Βλέμματα ευρωπαίων

Συνεδρία 10

Ενδυματολογικοί συμβολισμοί και αναπαραστάσεις

Δρ. Αφροδίτη Κούρια, Ιστορικός Τέχνης, Ανεξάρτητη Επιμελήτρια Εκθέσεων

akouria[at]otenet[dot]gr

Βλέμματα ευρωπαίων περιηγητριών στις ελληνικές ενδυμασίες (18ος - 19ος αι.)

Μέσα στον ευρύ ορίζοντα του ευρωπαϊκού περιηγητισμού στον ελληνικό χώρο η γυναικεία παρουσία ήταν ισχνή, και δεν αποτέλεσε έως τώρα αντικείμενο συστηματικής έρευνας και μελέτης. Ειδικότερα, οι μαρτυρίες για τις ελληνικές ενδυμασίες από τις Ευρωπαίες που ταξίδεψαν στην Ελλάδα παραμένουν ένα αχαρτογράφητο τοπίο. Με εστίαση στον 19ο αιώνα, που παρέχει το πιο πλούσιο και ενδιαφέρον υλικό, η εισήγηση διερευνά τον γυναικείο λόγο για τις τοπικές (και όχι μόνο) φορεσιές, στο πλαίσιο της εξελικτικής πορείας του περιηγητισμού, μέσα στο κλίμα του Ρομαντισμού κι ακόμη υπό το πρίσμα μιας αντιστικτικής συσχέτισης με το λόγο των ανδρών ταξιδιωτών πάνω σ’ αυτό το θέμα. Παράμετροι όπως η ταυτότητα της περιηγήτριας, το έμφυλο βλέμμα, η ταξική διάσταση, αντικειμενικά δεδομένα, συγκυριακές συνθήκες αναδεικνύουν σημαίνουσες ιδιαιτερότητες και ποιοτικά χαρακτηριστικά του γυναικείου περιηγητισμού, με αφετηρία το ενδυματολογικό στοιχείο, ενώ το γυναικείο βλέμμα στην εθνική ενδυμασία προσθέτει ένα ενδιαφέρον «υστερόγραφο» στην Ελληνική Επανάσταση.

Τα «κουλουριώτικα»

Δρ. Αναστασία (Νάνσυ) Χαρμαντά, Ερευνήτρια

nancyhrmnt3[at]gmail[dot]com

Τα «κουλουριώτικα» στις μεταξικές γιορτές του Σταδίου: Eπιλογές - διαφοροποιήσεις - τυποποιήσεις

Η πρόσκληση συμμετοχής τοπικών ομάδων από διάφορες περιοχές στους εορτασμούς που πραγματοποιήθηκαν επί δικτατορίας Μεταξά στο Καλλιμάρμαρο κινητοποίησε τις τοπικές κοινωνίες που συμμετείχαν – απ’ ό,τι φαίνεται – με αρκετή προθυμία. Λίγες πληροφορίες υπάρχουν για την κατά τόπους περίοδο οργάνωσης και προετοιμασίας, το αποτέλεσμα όμως που αποτυπώθηκε από τον φωτογραφικό φακό δίνει πλούσιο υλικό για μελέτη.

Σε αυτό το υλικό και σε δημοσιεύσεις του τοπικού τύπου, διερευνάται, αναφορικά με τα «κουλουριώτικα» της Σαλαμίνας, ο βαθμός των διαφοροποιήσεων που προέκυψαν από επιλογές ενδυματολογικών στοιχείων τα οποία, αφού προκρίθηκαν έναντι άλλων, στη συνέχεια καθιερώθηκαν ως πρότυπα.

Οι επιλογές φαίνεται να συνδέονται με την πεποίθηση ότι θα πρέπει να παρουσιαστεί ό,τι πλουσιότερο, πολυτιμότερο και ωραιότερο, σε κάθε περίπτωση όμως σημαντική παράμετρο αποτελεί πιθανότατα το γεγονός ότι τα «κουλουριώτικα» δεν είχαν πλέον χρηστική διάσταση.

Στην εισήγηση αποτυπώνεται η ποικιλομορφία των «κουλουριώτικων» την περίοδο που προηγείται, επισημαίνονται οι διαφοροποιήσεις στη μορφή που παρουσιάστηκε στις γιορτές και αναζητούνται οι παράγοντες που καθόρισαν τις επιλογές.

 
Κοινωνικές και πολιτισμικές αναπαραστάσεις

Νάντια Μαχά-Μπιζούμη, Επίκουρη Καθηγήτρια Λαογραφίας (Λαϊκή Τέχνη), Τμήμα Ιστορίας και Εθνολογίας, Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης

nantia.macha[at]gmail[dot]com

Κοινωνικές και πολιτισμικές αναπαραστάσεις του γήρατος στην παραδοσιακή και σύγχρονη γυναικεία ένδυση

Η ανακοίνωση φιλοδοξεί να καλύψει το κενό που υπάρχει στην ελληνική βιβλιογραφία υπό την οπτική της λαογραφίας της ένδυσης, σχετικά με τη διερεύνηση του δικτύου νοημάτων και πρακτικών στο οποίο βιώνεται και κατανοείται η τρίτη ηλικία, σε σύνδεση με τις καταναλωτικές πρακτικές της γυναικείας ένδυσης σε ιστορικό και παρόντα χρόνο. 

Στην παραδοσιακή κοινότητα η ένδυση με σκουρόχρωμα ενδύματα, με μείωση των διακοσμητικών υλικών και κοσμημάτων ή και πλήρη απουσία τους, σηματοδοτούσε το πέρασμα στην κοινωνική ηλικία, της «μισότριβης» ή / και της ηλικιωμένης («βάβω»). Η αφαίρεση αυτή συνδεόταν κατά τόπους με πρακτικές στις οποίες αποτυπώνονταν α) η δυναμική των ενδυμάτων ως μέσο πειθάρχησης ανάλογα με την ηλικία, και β) η αδυναμία του γηρασμένου σώματος να ανταποκριθεί στο βάρος των επιπρόσθετων στοιχείων στην αμφίεση.

Μεταπολεμικά, τα ενδύματα φαίνεται ότι διατηρούν το ιδεολογικό τους φορτίο, καθώς παρουσιάζονται να συνεχίζουν να αποτελούν μέρος της διαδικασίας με την οποία οι κοινωνικές ομάδες εγκαθιδρύουν, διατηρούν και αναπαράγουν θέσεις εξουσίας, σχέσεις κυριαρχίας και υποταγής. Στοιχεία, όπως τα σκούρα χρώματα και οι αυστηρές φόρμες, συνδέονται με πρακτικές ένδυσης από μέρους των γυναικών ηλικίας 50 και άνω, που, μέσω της περσόνας Mrs Exeter της Vogue, απηχούν επίγνωση του εαυτού και των προτιμήσεών του με βάση την ηλικία.   

Στην εποχή μας η γήρανση ως φυσιολογικό και πολιτισμικό φαινόμενο συνδέεται με τη ρευστότητα της ηλικιακής ταυτότητας μέσω των τροποποιήσεων του σώματος, και με πολιτικές κατανάλωσης, στο πλαίσιο της βιομηχανίας της μόδας, με βάση τις οποίες προβάλλονται ενδεδυμένα σώματα χωρίς ηλικιακούς όρους, «ως εργαλεία αυτοδιαχείρισης», επιλογών και δράσης, ενταγμένων στο ευρύ πεδίο πια της ονομαζόμενης «ύστερης μέσης ηλικίας».    

Με βάση τα παραπάνω θα μάς απασχολήσουν μια σειρά από ερωτήματα:

Μπορεί η ηλικιακή ταυτότητα να αιωρείται ανεξάρτητα από τη σωματική εμπειρία της ένδυσης;

Σε ποιό βαθμό οι ενδυματολογικές επιλογές από τις γυναίκες τρίτης ηλικίας σχετίζονται με ζητήματα στρατηγικών άρνησης της ηλικίας ή επιβεβαίωσής της;

Και εντέλει, αν δεχτούμε ότι σύμφωνα με τις ανθρωπολογικές θεωρήσεις του υλικού πολιτισμού η ένδυση αποτελεί πεδίο συμβολικών αξιών, σε ποιο βαθμό μπορεί να παραμείνει η ηλικία ως μια από τις βασικές πηγές σημαντικών κοινωνικών και πολιτισμικών διαφοροποιήσεων, ανεξάρτητα από τις ενδυματολογικές επιλογές της καθημερινότητας;

 
Οι συνδηλώσεις του μαύρου χρώματος

Ελένη Λαζαρίδου, Επικοινωνιολόγος, Σημειολόγος, Καθηγήτρια Ιταλικής Γλώσσας

elenlaza[at]yahoo[dot]gr

Οι συνδηλώσεις του μαύρου χρώματος στο ένδυμα

Σύμφωνα με την κοινωνιολογική και ανθρωπολογική θεώρηση, η ενδυμασία μπορεί να χαρακτηριστεί ως ένα ανθρώπινο δημιούργημα που συλλαμβάνει και αντανακλά το όλο πνεύμα της τέχνης, που είναι αποτέλεσμα μιας ειδικής ομάδας κοινωνικών καταστάσεων. Παράλληλα η ενδυμασία γίνεται ένα σύμβολο του ρόλου και της θέσης του ατόμου στην κοινωνία και προσφέρει πληροφορίες αναγνώρισης, αποδοχής και καθορισμού ταυτότητας, για όποιον τη φέρει (Quennell, M. & Quennell C. I., Η καθημερινή ζωή στους προϊστορικούς χρόνους. Αθήνα,1974).

Σε αυτόν τον καθορισμό της ταυτότητας έρχεται, μαζί με το ένδυμα, να συνδεθεί και το χρώμα, και συγκεκριμένα το μαύρο χρώμα. Η παρούσα μελέτη εστιάζει στην ερμηνεία του συνδυασμού του μαύρου χρώματος με το ένδυμα και ανάλογα με την οπτική γωνία με την οποία παρατηρεί κάποιος τα δύο αυτά στοιχεία, συνειδητά ή ασυνείδητα,, τους προσδίδει συμβολική και λειτουργική σημασία, δίνοντάς τους την κοινωνική διάσταση και προέκταση με την οποία το ένδυμα και το χρώμα διαμορφώνουν ταυτότητες, μέσα από τις ιστορικές, πολιτισμικές και κοινωνικές εξελίξεις του ανθρώπου.

Το θεωρητικό πλαίσιο της έρευνας βασίστηκε στο μοντέλο ανάλυσης του Roland Barthes, στις κυριολεκτικές και μεταφορικές σημασίες σε επίπεδο καταδήλωσης και συνδήλωσης. Το δείγμα της ανάλυσης προέρχεται: από την υποκουλτούρα των Gothic,, από τον παλιό ελληνικό κινηματογράφο και, τέλος, από την ενδυματολογική ερμηνεία του μαύρου πουκαμίσου στην Κρήτη.

 
Συνεδρία 11
Όψεις θεατρικότητας του βυζαντινού ενδύματος

Συνεδρία 11

Το κοστούμι ως ορατό και αόρατο θεατρικό στοιχείο

Δρ. Παρή Καλαμαρά, Αρχαιολόγος

parikal1965[at]hotmail[dot]com

Όψεις θεατρικότητας του βυζαντινού ενδύματος

Στο πλαίσιο της χιλιόχρονης βυζαντινής κοινωνίας το ένδυμα λειτουργεί ως μη λεκτική γλώσσα, μια γλώσσα εικόνων εξαιρετικά σαφή για τους συγχρόνους της, η οποία αποτυπώνει το φύλο, την κοινωνική θέση, ενίοτε την προέλευση του χρήστη του. Τα ζητήματα αυτά έχουν μέχρι σήμερα επαρκώς θιγεί και σχολιαστεί. Σε συγκεκριμένα ωστόσο πλαίσια, όπως αυτά της αυτοκρατορικής αυλής και της Εκκλησίας, το ένδυμα αποτελεί τμήμα συντεταγμένων τελετουργικών τυπικών, κινούμενων δηλαδή εικόνων, και μάλιστα αυστηρά προκαθορισμένων, των οποίων η σημασία επηρεάζεται από την κίνηση, τον ρυθμό, τη χρονικότητα της δράσης, τη σχέση και αλληλεπίδραση με τους λοιπούς δρώντες στον ίδιο χώρο. Η συμβολή του ενδύματος – στο οποίο, στις περιπτώσεις αυτές, αναγνωρίζονται ποιότητες θεατρικού κοστουμιού – στη διαμόρφωση του συνολικού μηνύματος των τελετουργιών είναι καθοριστική. Η παρούσα μελέτη στοχεύει να προσεγγίσει, να αποκρυπτογραφήσει και να αναδείξει αυτή τη θεατρικότητα του βυζαντινού ενδύματος  –της ανώτερης κατεξοχήν κοινωνικής τάξης – με οδηγό τις γραπτές πρωτίστως πηγές και βοηθητικά μόνο την εικονογραφία, καθώς η στατικότητα της δεύτερης παρεμποδίζει την προσέγγιση όλων των παραμέτρων των εν λόγω τελετουργικών. Θα εξεταστεί, επίσης, κατά πόσο παρατηρούνται αλλαγές ως προς αυτή την πτυχή του βυζαντινού ενδύματος στη διάρκεια των αιώνων.

 
 
 
 
To κοστούμι ως δραματουργικό

Ίλια Λακίδου, Διδάκτωρ Θεατρολογίας, Ε.ΔΙ.Π, Τμήμα Θεατρικών Σπουδών, ΕΚΠΑ

ilakidou[at]theatre[dot]uoa[dot]gr

To κοστούμι ως δραματουργικό / σκηνοθετικό στοιχείο: Η εργασία της Clare Bracewell για τις παραστάσεις για παιδιά της θεατρικής ομάδας Patari Project

Η σκηνογράφος-ενδυματολόγος Clare Bracewell έχει εργαστεί συστηματικά για τις παραστάσεις για παιδιά της θεατρικής ομάδας Patari Project σε σκηνοθεσία της Σοφίας Πάσχου. Στην ανακοίνωση αναλύεται η ενδυματολογική εργασία της στις παραστάσεις Πιάνω παπούτσι πάνω στο πιάνο (2016, Θέατρο Πόρτα) και Τέσσερις Εποχές (2019, Εναλλακτική Σκηνή ΕΛΣ). Η πρώτη υπάκουε αυστηρά στον περιορισμό της σκηνοθετικής / υποκριτικής εργασίας της ομάδας, που αυτοπεριορίζεται πάνω σε ένα μικρό πατάρι, ώστε όλη η ερμηνεία του έργου να στηρίζεται σε έναν ιδιαίτερα επεξεργασμένο κινησιολογικό κώδικα και στην ενεργοποίηση της φαντασίας των ερμηνευτών και του κοινού. Η ενδυματολόγος υπηρέτησε αυτή την απαίτηση και δημιούργησε όμοια, εύχρηστα  κοστούμια και για τους τέσσερις άνδρες ηθοποιούς που υποδύονταν όλα τα πρόσωπα του παραμυθιού Η Σταχοπούτα, στο οποίο στηρίχθηκε η δραματουργία της παράστασης. Από την άλλη, στη δεύτερη  παράσταση, που βασίστηκε στο ομώνυμο έργο του Βιβάλντι, η δραματουργία του έργου ήταν απόλυτα συνυφασμένη με τα κοστούμια, καθώς οι ρόλοι-σύμβολα των εποχών ήταν ντυμένοι με πλαστικά υλικά (σακούλες, καλαμάκια, γάντια, μπουκάλια), τα οποία, στην πορεία του έργου, απορρίπτονταν στον χώρο της ορχήστρας πνίγοντάς τον στο πλαστικό.

Στόχος της ανακοίνωσης είναι να καταδειχθεί η δραματουργική και σκηνοθετική λειτουργία που μπορεί να έχει ένα κοστούμι σε μία παράσταση για παιδιά, ώστε να υπηρετηθεί μία ποιητική αισθητική.

 
Μοδίστρες και ράφτες

Χρυσάνθη Μάντακα, Σκηνογράφος-Ενδυματολόγος, Διδάκτορας Θεάτρου, Καθηγήτρια Σκηνογραφίας-Ενδυματολογίας, ΑΠΘ

chmantak[at]thea[dot]auth[dot]gr

Μοδίστρες και ράφτες του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος: Πρωταγωνίστριες και πρωταγωνιστές ενός «μυστικού και αόρατου θιάσου»

Η παρούσα εργασία εξετάζει τη συμβολή των μοδιστρών και ραφτών στη θεατρική ενδυματολογία, ένα σχετικά ανεξερεύνητο πεδίο στην Ελλάδα, που έχει ωστόσο προσελκύσει εντονότερα το ενδιαφέρον της διεθνούς επιστημονικής κοινότητας την τελευταία περίπου δεκαετία. Στο πλαίσιο της παραπάνω θεματικής δίνεται έμφαση στη συγκέντρωση και επεξεργασία υλικού που αφορά  στη λειτουργία του Ενδυματολογικού Τμήματος του Κρατικού Θέατρου Βορείου Ελλάδος (ΚΘΒΕ) και στις άγνωστες πτυχές της ιστορίας του. Στόχος είναι να αναδειχτεί ο ρόλος του τεχνικού προσωπικού κατασκευής θεατρικών κοστουμιών στην ιστορική εξέλιξη του συγκεκριμένου θεατρικού οργανισμού, στη συλλογική θεατρική πράξη και ειδικότερα στη συνεργατική διαδικασία ερμηνείας της σχεδιαστικής πρότασης του ενδυματολόγου. Παράλληλα, δίνεται η δυνατότητα ανάδυσης πολλών επιμέρους θεμάτων, που συνδέονται με τις ιδιαίτερες συνθήκες και τους ποικίλους παράγοντες που επηρέασαν την αποστολή και τη λειτουργία των μοδιστρών και ραφτών στο εργασιακό περιβάλλον του ΚΘΒΕ.

Η έρευνα αποτελεί τμήμα μιας συλλογικής ερευνητικής εργασίας που ξεκίνησε από την Ελληνική Εταιρεία Ενδυμασιολογίας το 2018, με στόχο να συγκεντρωθούν δεδομένα πολιτικού, εθνολογικού, κοινωνιολογικού, ανθρωπολογικού, οικονομικού, εργασιακού και τεχνικού χαρακτήρα γύρω από την εργοβιογραφία των  κατασκευαστών του θεατρικού ενδύματος. Ένα αρχικό μέρος της έρευνας παρουσιάστηκε στο διεθνές συνέδριο Critical Costume 2022, ενώ η παρούσα ανακοίνωση δίνει την αφορμή για τη διάχυση των ερευνητικών πορισμάτων και στο ελληνικό κοινό, σε μια μορφή επικαιροποιημένη και εμπλουτισμένη με νεότερα στοιχεία.

«Ερμηνεύοντας» το θεατρικό κοστούμι

Παρασκευή Κερτεμελίδου, Αρχιτέκτων Μουσειολόγος, Επίκουρη Καθηγήτρια στο Διεθνές Πανεπιστήμιο Ελλάδος

vickykert[at]gmail[dot]com

«Ερμηνεύοντας» το θεατρικό κοστούμι. Η μόνιμη έκθεση του ιστορικού βεστιαρίου του Κρατικού Θεάτρου Βόρειας Ελλάδος

Το θεατρικό κοστούμι είναι το ίχνος μιας θεατρικής παράστασης, μιας εφήμερης αλλά και ανεπανάληπτης στιγμή καλλιτεχνικής δημιουργίας. Είναι ένα καλλιτεχνικό, εικαστικό σύνολο, φορτωμένο με πλήθος σημειολογικών αναφορών, συνδεδεμένο άμεσα με τις θεατρικές παραστάσεις που συμμετείχε, με τους ηθοποιούς που το φόρεσαν και με τους ενδυματολόγους που το σχεδίασαν.

Τα θεατρικά κοστούμια από το ιστορικό βεστιάριο του ΚΘΒΕ εκτίθενται στη μόνιμη έκθεση στο Βασιλικό Θέατρο της Θεσσαλονίκης. Στην παρουσίασή τους αναζητήσαμε μια μουσειογραφική γλώσσα η οποία είναι ικανή να προσδώσει στα κοστούμια τη σημασιολογική τους οντότητα και να ενεργοποιήσει τη δυνατότητα επικοινωνίας που εμπεριέχουν. Η συνδιαλλαγή ανάμεσα στα κοστούμια και στην προσωπική ταυτότητα του επισκέπτη θεωρήθηκε αναπόσπαστο μέρος της διαδικασίας νοηματοδότησης εντός του εκθεσιακού περιβάλλοντος. Ο στόχος λοιπόν ήταν να παρουσιασθούν στο κοινό όχι μόνο ως αυτοτελή εκθέματα αλλά ως ανοιχτά στην ερμηνεία «θέματα» μέσα σε οργανωμένες εκθεσιακές ενότητες. Με αυτό το σκεπτικό ομαδοποιήθηκαν σε κατάλληλες θέσεις και σχέσεις μεταξύ τους ώστε να συνθέτουν μουσειογραφικές εικόνες. Οι κούκλες ντυμένες με τα κοστούμια οργανώθηκαν χρονολογικά, σε αισθητικά σύνολα χρωμάτων, φορμών, υφών, σαν θραύσματα παραστάσεων που δεν παίχτηκαν ποτέ. Στην ανακοίνωση θα παρουσιασθεί μέρος του ντοκιμαντέρ «Ακολουθώντας τα Ίχνη του

Εφήμερου» με συντελεστές τους φοιτητές του Τμήματος Κινηματογράφου, ΑΠΘ το οποίο προβλήθηκε στο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης 2023.

Συνεδρία 12
Το χιτώνιο του ιερολοχίτη Κωνσταντίνου Ξενοκράτους

Συνεδρία 12

Ερμηνευτικές προσεγγίσεις του ενδύματος στο φυσικό και ψηφιακό περιβάλλον του μουσείου

Νικολέττα Ζυγούρη, Ιστορικός Msc, Υπ. διδάκτωρ, Επιμελήτρια Συλλογών, Εθνικό Ιστορικό Μουσείο

nzygouri[at]nhmuseum[dot]gr

Το χιτώνιο του ιερολοχίτη Κωνσταντίνου Ξενοκράτους. Σύγχρονες καλλιτεχνικές εκθεσιακές προσεγγίσεις ενός μοναδικού κειμηλίου του 19ου αι.

Το χιτώνιο του ιερολοχίτη Κωνσταντίνου Ξενοκράτους είναι το μοναδικό κειμήλιο που διασώθηκε από τη στολή του Ιερού Λόχου του Αλέξανδρου Υψηλάντη.  Κατατέθηκε στο Εθνικό Ιστορικό Μουσείο στα τέλη του 19ου αιώνα, στα 1899, από τη Φωτεινή Ξενοκράτους, μαζί με τα όπλα και την εθνική ενδυμασία του Ξενοκράτους, καθώς και μια φωτογραφία του, στην οποία αποτυπώθηκε να το φορά σε μεγάλη ηλικία.

Η ιστορική και ενδυματολογική  τεκμηρίωση  του ενδύματος μέσα από εικονικές και γραπτές πηγές μας έχει δώσει ένα πλήθος πληροφοριών γύρω από το ένδυμα και την εποχή του,  ζωντανεύοντας  το σημαίνον και το σημαινόμενο του ενδύματος.

Οι συμβολισμοί αλλά και τα τυπολογικά χαρακτηριστικά του, σε συνδυασμό με την ιδιαίτερη συναισθηματική φόρτιση που γεννά  στους θεατές του συνειρμικά η υπόμνηση της θυσίας του Ιερού Λόχου, ως ενός γεγονότος που σημάδεψε το ξεκίνημα του Αγώνα της Ελληνικής Ανεξαρτησίας στη Μολδοβλαχία, υπήρξαν πηγή έμπνευσης με πολλαπλές αφορμές για την αναβίωση της μνήμης του ενδύματος.

Με βάση τις ανθρωπολογικές θεωρήσεις του υλικού πολιτισμού, η ανακοίνωση φιλοδοξεί να αναδείξει την κοινωνική ζωή του εν λόγω ενδύματος, όπως και τη δράση που το ίδιο ασκεί όχι μόνο στον χρήστη του αλλά και σε άλλους ανθρώπους στην πορεία του χρόνου.

Όσον αφορά τη σύγχρονη  μουσειακή, εκθεσιακή παρουσίαση του, η έκθεση του ΕΙΜ με τίτλο «Ένδυμα ψυχής» αποτέλεσε μια ανανεωτική καλλιτεχνική πρωτότυπη παρουσίαση του μοναδικού αυτού κειμηλίου, εμψυχώνοντας τον  άνθρωπο πίσω από το ένδυμα και αντιστρόφως τον άνθρωπο και την εποχή του μέσα από το ένδυμα. Το  έμψυχο αποτύπωμα του ενδύματος πάνω στο πανί, αποτέλεσμα της καλλιτεχνικής εργασίας του φωτογράφου Βαγγέλη Κύρη  και του Ανατόλι Γκεοργκίεφ, έδωσε νέα  ερεθίσματα για αισθητική απόλαυση και ανανέωσε το ενδιαφέρον των θεατών για το ένδυμα και το ιστορικό του αποτύπωμα  στη διαχρονία  του ελληνικού ενδύματος.

Τάνια Βελίσκου, Ιστορικός-Μουσειολόγος, Επιμελήτρια του Μουσείου Ενδυμασίας του Λυκείου των Ελληνίδων (ΜΕΛΕ)

tania_veliskou[at]hotmail[dot]com

Ηλέκτρα Σταμπούλου, Εικαστικός-Ερευνήτρια, Υπ. διδάκτωρ Α.Σ.Κ.Τ.

elektrastampoulou[at]gmail[dot]com

Η μυρωδιά του ενδεδυμένου σώματος: Σύγχρονες επιμελητικές πρακτικές και οι σχέσεις μεταξύ οσφρητικών ερεθισμάτων, ενδύματος και μουσειακού χώρου

Στο μουσειακό τοπίο, μολονότι οι επιμελητές, επιδιώκοντας την πολυαισθητηριακή ικανοποίηση των επισκεπτών, συχνά επιστρατεύουν μέσα και εργαλεία που συνδέονται με τις αισθήσεις πέραν της όρασης, ελάχιστες είναι οι εκθεσιακές πρωτοβουλίες που εκμεταλλεύονται έστω και περιστασιακά τη δυναμική που επιφέρει η  οσφρητική εμπειρία. Παράλληλα, στη σύγχρονη τέχνη εμφανίζονται το τελευταίο διάστημα πρακτικές που χρησιμοποιούν την όσφρηση, μετατοπίζοντας την εμπειρία του επισκέπτη από τις επικρατούσες αισθήσεις της όρασης, της ακοής και της αφής προς ένα σχεδόν άυλο και ιδιαίτερο μέσο.

Με την απουσία των συγκειμένων γύρω από το έκθεμα-ένδυμα (όταν αυτό εντάσσεται στο μουσειακό περιβάλλον) να είναι ένα από τα ζητήματα που καλούνται να αντιμετωπίσουν οι επιμελητές, το ένδυμα εξακολουθεί να αποτελεί αντικείμενο που κάποτε βρισκόταν σε επαφή με το σώμα, φέροντας οσφρητικά μόρια του και επιπλέον των υλικών κατασκευής και του περιβάλλοντος χώρου που δεν υπάρχουν πλέον. Μένει ωστόσο να απορροφά διαρκώς τις μυρωδιές του εκθεσιακού ή αποθηκευτικού χώρου στον οποίο βρίσκεται και των προϊόντων που χρησιμοποιούνται για τη συντήρησή του. Αν το μουσειακό περιβάλλον πάψει να αποτελεί χώρο αποστείρωσης, ελέγχου, και εξουδετέρωσης οσμών, πώς θα μπορούσαμε να δούμε, αλλά και να μυρίσουμε το ένδυμα στο μουσείο; 

Με τη παρούσα πρόταση, επιχειρείται η έρευνα των προοπτικών που μπορούν να ανοίξουν οι οσφρητικές παρεμβάσεις κατά την επίσκεψη μας σε ένα μουσείο με ενδυματολογική συλλογή, με στόχο αφενός να ενσωματώσουν την οσφρητική εμπειρία ως εναλλακτική ερμηνευτική προσέγγιση του εκθέματος, και αφετέρου να αποτελέσουν μια σύγχρονη, πειραματική επιμελητική πρακτική, που επιδιώκει να πάψει το μουσείο να «μυρίζει ναφθαλίνη».

Η μυρωδιά του ενδεδυμένου σώματος

Κασσιανή Πλατή, Μουσειολόγος, Υπ. διδάκτωρ Λαογραφίας ΕΚΠΑ, Υπεύθυνη Εκπαιδευτικών Προγραμμάτων, Ίδρυμα Βασίλη Παπαντωνίου

kasplati[at]gmail[dot]com

Παιχνίδια μόδας

Τα ηλεκτρονικά παιχνίδια έγιναν ευρέως γνωστά τη δεκαετία του 1980 στην Ευρώπη, την Αμερική και την Ασία. Μέχρι σήμερα εξελίσσονται ραγδαία, συμβαδίζοντας  με την πρόοδο της τεχνολογίας, ενώ το κοινό στο οποίο απευθύνονται ποικίλει. Η θεματολογία των ηλεκτρονικών παιχνιδιών είναι τεράστια και αντικατοπτρίζει πολλές πτυχές της ανθρώπινης δραστηριότητας.

Τα τελευταία χρόνια τα ηλεκτρονικά παιχνίδια μόδας γνωρίζουν μεγάλη απήχηση στο παιδικό και το ενήλικο κοινό. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι μεγάλοι οίκοι μόδας έχουν στραφεί στη δημιουργία τέτοιου είδους εφαρμογών με στόχο την προβολή των συλλογών τους.

Στην παρούσα εισήγηση θα εστιάσω στη χρήση του ενδύματος και των τεχνικών του ως βασικό θέμα σε σύγχρονα ηλεκτρονικά παιχνίδια. Μέσα από την παρουσίαση διαφορετικών τύπων παιχνιδιών, την ανάλυση των στόχων και της επίδρασής τους στον παίκτη, αλλά και την οπτική απόδοσή τους, θα προσπαθήσω να διερευνήσω τη διαχείριση και την ερμηνεία του ενδύματος σε αυτά. Επιπλέον θα εξετάσω πώς τα μουσεία χρησιμοποιούν ή μπορούν να αξιοποιήσουν τους παραπάνω τύπους εφαρμογών σε επίπεδο εκθεσιακών πρακτικών και εκπαιδευτικών δραστηριοτήτων αντίστοιχης θεματικής.

Παιχνίδια μόδας
bottom of page